Η συγχώρηση, η αγνότητα και η μετάνοια στο Γ. Βιζυηνό
12 Δεκεμβρίου 2016[Προηγούμενη δημοσίευση: http://bit.ly/2gz0URs]
Η συγχώρηση, η οικονομία της καρδιάς, ζητείται και δίνεται. Η θεοφοβούμενη μητέρα στο «Ἁμάρτημα» εξομολογείται το «ατύχημά» της σε δυο πνευματικούς, ιερέα και Πατριάρχη, και ζητά συγχώρηση. Ζητά συγχώρηση/παραμυθία και από τον γιό της, όταν του εκμυστηρεύεται την χαίνουσα «πληγή» της[599]. Η συγχώρηση τής δίνεται από όλους, αλλά η μητέρα δεν φαίνεται να απαλλάσσεται από το «βάρος» της.
Στο ίδιο διήγημα ο γιός της, ο Γιωργής, ζητά συγχώρηση από τη μητέρα του αμέσως μετά τις «αποκαλύψεις» της για την ασπλαχνία που ο ίδιος έδειξε στη νέα ψυχοκόρη τους συνειδητοποιώντας -ως επιστήμονας ψυχολόγος- τη μακροχρόνια εσωτερική, ψυχική της τυραννία[600]. Η μητέρα του την δίνει. Στο τέλος του διηγήματος, εν τούτοις, η μητέρα οδηγείται οριστικά στα δάκρυα και ο γιός/αφηγητής βυθίζεται στη σιωπή[601].
Συγχώρεση ζητά και ο Πασχάλης στο «Αἱ συνέπειαι τῆς παλαιᾶς ἱστορίας» από τον φίλο του/αφηγητή μόλις ξεκινά τις εκμυστηρεύσεις του[602], γιατί του είχε αποκρύψει τη σχέση του με την Κλάρα, κόρη του καθηγητού του, και τις καταλυτικές ηθικές συνέπειες που είχε γι΄αυτόν η προηγούμενη σχέση του με την Ευλαλία, κόρη της πλύστρας του. Η συγχώρηση εμμέσως δίνεται, χωρίς όμως να λειτουργεί αποτελεσματικά γι΄αυτόν.
Η συγχώρηση αποτελεί μια χριστιανική επιλογή η οποία αποτυπώνεται για τους πιστούς ευκρινώς στην Κυριακή προσευχή (Ματθ. 6, 9-13, συγχώρηση: 6. 12) και στα εμφατικά επεξηγηματικά σχόλια που ακολουθούν[603] (Ματθ. 6,14-15)[604].
Ο Άλλος γίνεται η «γέφυρα» της σωτηρίας, γιατί ο άλλος συνάνθρωπος είναι ο τόπος της μεταφυσικής αλήθειας και είναι απαραίτητος για τη σχέση μας με τον Θεό[605]. Η «συνάντηση» μαζί του γίνεται στα διηγήματα του Βιζυηνού με πολλούς τρόπους: με την υιοθεσία κοριτσιών, την υπερήλικη παρασιτούσα[606] Σοφηδιώτισσα και την βοήθεια ανημπορούντων («Τό ἁμάρτημα τῆς μητρός μου»)· με την φροντίδα αλλόθρησκου και αλλοεθνή τόσο από χριστιανή μητέρα όσο και από μουσουλμάνα («Ποῖος ἦτον ὁ φονεὺς τοῦ ἀδελφοῦ μου») και με τη γνωριμία και τον συγχρωτισμό του αφηγηματικού ήρωα, μουσουλμάνου και Τούρκου, του Σελήμ, με τον εχθρό -Ρώσο και Έλληνα («Ὁ Μοσκώβ-Σελήμ»). Όλες οι συναντήσεις, έστω και μερικώς, λυτρώνουν τους ήρωες που τις επιχειρούν. Αυτό συμβαίνει, επειδή η ζωή ορίζεται, καθορίζεται και προσδιορίζεται από τη σχέση[607]. Η συνάντηση αυτή τούς επιτρέπει να επικοινωνούν πληρέστερα με τον Άλλο και να συνειδητοποιούν την αναγκαιότητα της υπέρβασης των πάσης φύσεως διαφορών τους[608]. Επίσης, τους ωριμάζει, τους κάνει ανεκτικούς, τους προτρέπει να προσφέρουν αγάπη στον Άλλο κατανοώντας την κοινή μοίρα του ανθρώπου και την αγωνία του να «υπερβεί» την κτιστή, «ατελή» του φύση. Τους κάνει φιλειρηνικούς και φιλάνθρωπους, ολοκληρωμένες προσωπικότητες, αληθή πρόσωπα. Η αγαπητική σχέση που αναπτύσσεται νοηματοδοτεί τη ζωή τους. Μπορεί, τελικά, να μην κατακτιέται πλήρως με την συνάντηση του Άλλου η λύτρωση -όπως προαναφέρεται- γίνεται όμως ένα αποφασιστικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Η αγνότητα/καθαρότητα συναντάται κατεξοχήν στο «Αἱ συνέπειαι τῆς παλαιᾶς ἱστορίας». Ο Πασχάλης θέλει τον εαυτό του «καθαρό» να τον προσφέρει στην αγνή Κλάρα, αλλά η προηγούμενη σχέση του με την Ευλαλία δεν του το επιτρέπει. Αισθάνεται μιασμένος, «χρησιμοποιημένος» και, συνεπώς, ακατάλληλος γι΄αυτήν. Θεωρεί την αγνεία, την παρθενία, θεμέλιο της σχέσης και οδηγείται στην αυτοτιμωρία, για να «εξαγνιστεί». Ο αφηγητής αξιολογεί ότι υπάρχει πρωτοφανής ηθική αυστηρότης στην προσέγγιση που κάνει ο Πασχάλης και αυτό οδηγεί τον ίδιο σε αμηχανία[609] και τον Πασχάλη σε αδιέξοδο.
Τα δάκρυα, μεγάλη κολυμπήθρα[610], «πλημμυρίζουν» τα διηγήματα του Βιζυηνού. Ελάχιστα είναι αυτά στα οποία δεν συναντώνται. Οι ήρωες αποφορτίζονται πρόσκαιρα, αλλά δεν λυτρώνονται. Στα δάκρυα καταφεύγουν συχνότερα οι γυναίκες των διηγημάτων -η Δεσποινιώ η Μιχαλιέσσα («Τό ἁμάρτημα τῆς μητρός μου»), η νεαρή Μάσιγγα («Μεταξύ Πειραιῶς καί Νεαπόλεως»), οι μητέρες του Χρηστάκη και του Κιαμήλ («Ποῖος ἦτον ὁ φονεὺς τοῦ ἀδελφοῦ μου»), η όμορφη Κλάρα («Αἱ συνέπειαι τῆς παλαιᾶς ἱστορίας») και η χήρα Παυλόφσκα στον αποχαιρετισμό του Σελήμ[611] («Ὁ Μοσκώβ-Σελήμ»)- ενώ σπανιότερα οι άνδρες -ο Γιωργής/αφηγητής («Τό ἁμάρτημα τῆς μητρός μου»), ο αφηγητής κατά τον αποχαιρετισμό της Μάσιγγας («Μεταξύ Πειραιῶς καί Νεαπόλεως»), ο αφηγητής, όταν επισκέπτεται τον τάφο τού αδικοχαμένου του αδελφού, του Χρηστάκη[612] («Ποῖος ἦτον ὁ φονεὺς τοῦ ἀδελφοῦ μου»), ο αφηγητής και ο επιστήθιος φίλος του, ο Πασχάλης («Αἱ συνέπειαι τῆς παλαιᾶς ἱστορίας») και ο Σελήμ αφηγούμενος την οικογενειακή του τραγωδία στον αφηγητή[613] («Ὁ Μοσκώβ-Σελήμ»). Τα δάκρυα των αφηγηματικών ηρώων δεν είναι πάντα δάκρυα μετανοίας.
(συνεχίζεται)