Πλούτος και εργασία κατά την Ορθόδοξη Παράδοση και οι προοπτικές τους μέσα στον σύγχρονο κόσμο
16 Φεβρουαρίου 2022Εισαγωγή
Στο παρών άρθρο αφενός θα παρουσιάσουμε ευκρινώς την πατερική σκέψη που αφορά την εργασία και τον πλούτο και αφετέρου θα επιχειρήσουμε να τις τοποθετήσουμε μέσα στη σύγχρονη κοινωνία και να ερευνήσουμε το κατά πόσο εφαρμόσιμες είναι.
Σκοπός μας είναι ν’ εξετάσουμε με σαφής επιστημονικούς όρους και παγιωμένα επιστημονικά συμπεράσματα την σχέση του ανθρώπου με την οικονομία από την οπτική του Χριστιανισμού. Ο άνθρωπος μετά την πτώση του καλείται ν’ αντιμετωπίσει νέες συνθήκες ζωής και διαβίωσης. Έτσι κλήθηκε από τον Θεό ν’ εργαστεί για να παράξει τα απαιτούμενα προς τα ζην για να μπορέσει ν’ επιβιώσει[1]. Σκοπός του ανθρώπου ν΄ εργαστεί προς όφελος του κοινού καλού, όπως αυτά διατυπώνονται ευκρινώς στα ιδεώδη του κοινοβιακού μοναχισμού[2]. Κάθε προσπάθεια απόκτησης και επέκτασης του πλούτου έρχεται σε μια απόλυτη αντίθεση με την χριστιανική ηθική, η οποία θέλει τον άνθρωπο διαρκώς προσηλωμένο στην επίτευξη του καθ’ ομοίωση, που θα οδηγήσει στην θέωση[3]. Η επίγεια ζωή αποτελεί μια διαρκούς αντίθεσης ανάμεσα στην εξασφάλιση του άρτου και την ανάγκη για την επίτευξη της θέωσης. Τα παρόντα έχουν ένα χαρακτήρα προσωρινό[4]. Η Πατερική παράδοση στέκεται μπροστά στα επίγεια μέσα από ένα δίπολο, που στηρίζεται από την μια ότι η εργασία, ο πλούτος και τα αγαθά καλύπτουν τις βασικές ανάγκες με γνώμονα τον άνθρωπο και από την άλλη ασκούν μια δριμεία κριτική απέναντι στα παρόντα όταν αυτά τείνουν να γίνουν εργαλεία καταπίεσης και εξαθλίωσης του ανθρώπινου είδους[5]. Θέσεις και μηνύματα που εκπέμπουν μια διαχρονικότητα απέναντι στην ζωή και στην ύπαρξη, που δεν θα μπορούσαν ν’ είναι τόσο επίκαιρα, όσο τίποτα άλλο μέσα σε μια παρακμάζουσα εποχή, όπως είναι η δική μας.
Άνθρωπος και Πλούτος στον Χριστιανισμό
Μέσα στην μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας μας γίνεται μια εκτενής αναφορά στο πως θα διαχειριστούμε τις ανάγκες της παρούσης ζωής, όπως αυτές δημιουργήθηκαν από την πτώση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο και την απομάκρυνση από τον Δημιουργό[6]. Όμως ο Χριστιανισμός δεν ανέπτυξε ποτέ μια συστηματική θεωρία για την οικονομική ζωή[7]. Παρατηρούνται μέσα στην πατερική παράδοση διάσπαρτα στοιχεία που συνδέονταν άμεσα με την εφαρμογή της ποιμαντικής, τους όρους κατ’ οικονομία και κατ’ ακρίβεια, την ηθική ζωή του Χριστιανισμού και την διδασκαλία περί του ανθρώπου.
Ο Θεός ήδη από τον Παράδεισο μας είχε ορίσει ως διαχειριστές και προστάτες αυτού του κόσμου και όχι ως ιδιοκτήτες του[8]. Στα Ευαγγέλια απαντώνται οι προτροπές και οι συστάσεις του Χριστού και περιγράφονται οι ενέργειες που σχετίζονται με την ιδιοκτησία[9]. Π.χ., στην συνάντηση του με τον πλούσιο νεαρό άνδρα όταν εκείνος ρώτησε τον Χριστό πως μπορεί να σωθείς; Ο Χριστός του απάντησε να πουλήσει όλη του την περιουσία και να την διαθέσει στους φτωχούς[10]. Στην περίπτωση των 1500 προτρέπει τους Αποστόλους να διανέμουν τα τρόφιμα που υπήρχαν στους παρευρισκόμενους[11]. Συμπεραίνουμε βάσει των ανωτέρων ότι αναγνωρίζεται καταρχάς η διαρκής ανάγκη κάλυψης των βιοτικών αναγκών όπως αυτές προκύπτουν. Έτσι ο άνθρωπος με την βοήθεια των χρημάτων και των υλικών αγαθών καλείται να στηρίξει τον πάσχοντα, τον κατατρεγμένο, τον φτωχό, τον διψασμένο και πεινασμένο, τα ορφανά και τις χήρες[12]. Ο άνθρωπος καλείται να μεταβάλει το εγώ σε εμείς[13]. Η κοινωνία πρέπει να λειτουργεί ως ένα κοινόβιο μέσα στο οποίο πρέπει να είμαστε όλοι ίσοι, όπως μας βλέπει ο Ουράνιος Πατέρας μας[14]. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η 1η Κοινότητα των Ιεροσολύμων.
Η κριτική των Πατέρων στρέφονταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον απέναντι στο πρόβλημα απόκτησης πλούτου, δια του οποίου ο άνθρωπος θ’ απομακρύνονταν από τον βασικό του στόχο που ήταν η θέωση και ο δρόμος προς την αθανασία[15]. Έτσι μέσα στην πατερική παράδοση διακρίνονται δύο κύριες τάσεις[16]:
Α. Η πρώτη αποτυπώνεται από εκείνους τους Πατέρες που ανέπτυξαν ποιμαντικό έργο ως επίσκοποι. Κατά την τάση αυτή, η έννοια της ιδιοκτησίας δεν απορρίπτεται, ακόμη και αν υπάρχουν άνθρωποι αποκλείονται απ’ αυτή. Αλλά δεν θα πρέπει να είναι εμπόδιο με το οποίο κάποιοι άνθρωποι ν’ αποκτήσουν και εκείνοι ιδιοκτησία. Έτσι δημιουργήθηκε μια θεωρία, η οποία λέγει τα εξής: ο άνθρωπος δεν είναι ιδιοκτήτης των αγαθών, αλλά διαχειριστής τους που καλείται να τα μοιραστεί μ’ εκείνους που δεν έχουν. Βέβαια αυτές οι θέσεις πολλές φορές μεταβάλλονται για να μπορέσουν να κάμψουν την σκληρότητα των εχόντων[17].
Β. Η δεύτερη τάση αναπτύσσεται από τους Πατέρες της Ερήμου, που ήταν ασκητές. Αντιμετωπίζουν την έννοια του πλούτου μ’ ένα πολύ αρνητικό τρόπο. Έδιναν μεγαλύτερη βαρύτητα στην πνευματική διάσταση της ζωής και στην διαρκή πνευματική άσκηση.
Στον Χριστιανισμό σημασία δεν έχουν τα πρόσκαιρα[18]. Γι’ αυτό τα υλικά αγαθά είναι ασυμβίβαστα με την κατάσταση της αθανασίας[19]. Ο άνθρωπος πρέπει να ενδιαφέρεται για την αποκατάσταση της εικόνας τους, όπως αυτή έχει αμαυρωθεί[20]. Η ιδιοκτησία δεν απαγορεύεται, αλλά μέχρι το σημείο της κάλυψης των στοιχειωδών[21]. Αυτό έχει ως στόχο ν’ αποτρέψει την εκδήλωση της πλεονεξίας. Τα αγαθά καλύπτουν τις παροδικές ανθρώπινες ανάγκες, αλλά δεν αποδίδουν στον άνθρωπο την πραγματική ευχαρίστηση που επιθυμεί[22]. Η προσήλωση σ’ αυτά είναι μια αποτρεπτική δύναμη για την ολοκλήρωση που εκείνος επιθυμεί[23]. Η απόκτηση και η επέκταση πλούτου είναι μια εγωιστική πράξη στην οποία ο άνθρωπος ενδιαφέρεται για το προσωπικό του συμφέρον και όχι για την ικανοποίηση της συλλογικής ζωής[24]. Ενώ τα αγαθά είναι κοινά για όλους τους ανθρώπους. Δυστυχώς υπάρχουν άνθρωποι που είναι φτωχοί. Και αυτό είναι αποτέλεσμα της κακής χρήσης του αυτεξουσίου[25]. Η εγωιστική χρήση του πλούτου καθιστά τον άνθρωπο δυστυχισμένο, ενώ η αλτρουιστική χρήση του τον καθιστά ευτυχισμένο και πλήρη[26]. Γιατί τα οικονομικά αγαθά πρέπει να διακινούνται όπως τα φυσικά.
Η ανισότητα που επικρατεί στον κόσμο είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο όπου οι ρίζες του απαντώνται στις επιπτώσεις που επίφερε η πτώση μας από τον Παράδεισο[27]. Είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας και κακή χρήση του αυτεξουσίου[28]. Ο Θεός έδωσε το δικαίωμα στους ανθρώπους να ρυθμίζουν από μόνοι τους την κοινωνική συγκρότηση. Η άνιση κατανομή των υλικών είναι προϊόν της ανθρώπινης απληστίας και αδιαλλαξίας. Ο πλούτος πρέπει να χρησιμοποιείται με πνεύμα χριστιανικής αγάπης[29]. Αυτός ο περιορισμός του πλούτου βλάπτει τον άνθρωπο ατομικά και συλλογικά[30].