Άγιος Συμεών ο διά Χριστός σαλός, Όταν ανέλαβε εργασία ως πωλητής τροφίμων και το πρώτο του θαύμα!

21 Ιουλίου 2024

Άγιος Συμεών ο διά Χριστός σαλός. Εικονογράφηση Χαράλαμπος Επαμεινώνδας.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Κατ’ οικονομία Θεού τον είδε [τον άγιο Συμεών το διά Χριστόν σαλό] κάποιος φουσκάριος1 και μη ξέροντας ότι προσποιείται το σαλό του λέει:
– Θέλεις, κύριε αββά, αντί να γυροφέρνεις, να στέκεσαι και να πουλάς λούπινα;

Εκείνος δέχτηκε. Όταν λοιπόν τον έβαλε να πουλάει, άρχισε αυτός να τα μοιράζει στον κόσμο και να τρώει και ο ίδιος άπληστα. (Είχε όμως να φάει μία εβδομάδα).

Είπε τότε στον φουσκάριο η γυναίκα του:
– Πού τον βρήκες και μας τον έφερες αυτόν τον αββά; Αν τρώει έτσι, δεν έχουμε ανάγκη να πουλήσουμε τίποτε. Έφαγε ένα δοχείο λούπινα από αυτά που έχω για να μετράω τις ποσότητες.

Δεν ήξεραν βέβαια πως ό,τι περιείχαν τα υπόλοιπα δοχεία δηλ. κουκιά, φακές, ρεβύθια και όλα τα άλλα, τα είχε μοιράσει σ’ όσους έκαναν την ίδια δουλειά και σ’ άλλους ανθρώπους, αλλά νόμιζαν ότι τα πούλησε.

Όταν όμως άνοιξαν το ταμείο και δεν βρήκαν χρήματα, τον χτύπησαν και τον έδιωξαν, αφού του μάδησαν και τα γένια.

Όταν έγινε απόγευμα θέλησε να θυμιατίσει. Δεν είχε φύγει όμως από αυτούς, αλλά κοιμήθηκε έξω από την πόρτα τους.

Και επειδή δεν έβρισκε κανένα κεραμίδι, έβαλε το χέρι του στην ανθρακιά, το γέμισε με κάρβουνα και άρχισε να θυμιατίζει.

Επειδή ήταν θέλημα Θεού να σωθεί ο φουσκάριος (ανήκε στην αίρεση των «ακεφάλων»2 Σευηριτών3) είδε η γυναίκα του τον Συμεών να θυμιατίζει με το χέρι του και έκπληκτη του λέει:
– Για τ’ όνομα του Θεού, αββά Συμεών, με το χέρι σου θυμιατίζεις;

Όταν άκουσε αυτό ο γέροντας, προσποιήθηκε ότι καιγόταν και έριξε τα κάρβουνα από το χέρι του στο παλιό ράσο που φορούσε, λέγοντας:
– Αν δε θέλεις με το χέρι μου, να, με το ράσο μου θυμιατίζω.

Και όπως ο Θεός διαφύλαξε από τη φωτιά τη βάτο (Έξοδ. 3, 2), και τους τρεις νέους (Δαν. 3, 23), έτσι ούτε ο όσιος ούτε το ράσο του καίγονταν από τα κάρβουνα.

Με ποιο τρόπο σώθηκαν ο φουσκάριος και η γυναίκα του, θα αναφερθεί σε άλλο σημείο.

 

1. Φουσκάριος: Πωλητής φούσκας αλλά και άλλων ειδών (φακές, ρεβύθια, κουκιά). Η φούσκα ήταν λαϊκό ρόφημα των Βυζαντινών. Κατά το λεξικό Du Cange, «φούσκα εστίν όξος και ύδωρ θερμόν και ωά δύο».
2. Ακέφαλοι: Έτσι ονομάστηκαν αρχικά οι Αιγύπτιοι Μονοφυσίτες (5ος αι.) οι οποίοι αποσχίστηκαν από τον μετριοπαθή αρχιεπίσκοπό τους Πέτρο Αλεξανδρείας το Μογγό, μένοντας χωρίς επίσκοπο (χωρίς «κεφαλή»). Στη συνέχεια, η ονομασία δόθηκε σ’ όλους τους Μονοφυσίτες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
3. Σευήρος: Πατριάρχης Αντιοχείας, ηγέτης της Μονοφυσιτικής κινήσεως του 6ου αιώνα.

 

 

Από το βιβλίο του Αγίου Λεοντίου Νεαπόλεως, «Ο Άγιος Συμεών ο διά Χριστόν σαλός». Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις το «Περιβόλι της Παναγίας». Μετάφραση: Γ. Μπουδούρης, Π. Γιαχανατζής.