Ας μην βρεθούμε προ εκπλήξεων!
21 Ιουλίου 2024Με έκσταση στέκεται πάντοτε ο άνθρωπος μπροστά στα μεγαλεία του Θεού και αναφωνεί: «Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου, Κύριε,…». Όσο περισσότερο, μάλιστα, θαυμάζει την μεγαλωσύνη Του, άλλο τόσο συνειδητοποιεί την δική του μικρότητα και αδυναμία και ζητάει την βοήθεια του Παντοδυνάμου Θεού: «Πτωχός και πένης ειμί εγώ. Ο Θεός βοήθησόν μοι· βοηθός μου και ρύστης μου ει συ, Κύριε» (Ψαλμός 69, στ. 6).
Έτσι και ο εκατόνταρχος του Ευαγγελίου, παρά τα πολλά του αξιώματα και τα ακόμη περισσότερα υλικά του αγαθά, συναισθάνεται την αδυναμία του και καταφεύγει στον Κύριο, για να δώση λύση στο «πρόβλημά» του.
Ποιο είναι, αλήθεια, το πρόβλημά του; Τι είναι εκείνο που τον απασχολεί και αδυνατεί να εύρη την λύση του; Μήπως ο ίδιος ή άλλο μέλος της οικογενείας του ή έστω κάποιος αγαπημένος του συγγενής πάσχει από κάποια ανίατη ασθένεια και καταφεύγει στον Κύριο, επειδή άκουσε ότι κάνει θαύματα; Όχι! Η υπόθεση που τον απασχολεί δεν αφορά ούτε τον ίδιο, ούτε κάποιο άλλο μέλος της οικογενείας του, ούτε ακόμη κάποιον συγγενή του, αλλά τον πονά και τον θλίβει η ασθένεια του δούλου του: «Κύριε, ο παίς μου βέβληται εν τη οικία παραλυτικός, δεινώς βασανιζόμενος» (Ματθ., η’ 6). Μάλιστα, καλώς ακούσαμε! Ένας τρανός Ρωμαίος αφέντης ενδιαφέρεται για την θεραπεία ενός ταπεινού και τιποτένιου δούλου («res», δηλ. «πράγμα» θεωρούσαν οι Ρωμαίοι τους δούλους, όπως και τις γυναίκες)!
Το επεισόδιο, όμως, αυτό κρύβει και άλλα παράδοξα: Ένας πανίσχυρος αξιωματούχος, με όλα τα μέσα στην διάθεσή του -οικονομικά και κοινωνικά, δεν αναζητά ακριβούς και διάσημους γιατρούς, για την θεραπεία του προσφιλούς του δούλου, αλλά ζητά την βοήθεια του άσημου και περιφρονημένου, από τους ίδιους τους συμπατριώτες του, Ιησού! Ένας Ρωμαίος κυρίαρχος της χώρας των Ιουδαίων καταφεύγει για την λύση του προβλήματός του σε έναν υπήκοό του Ιουδαίο! Ένας «άπιστος» εθνικός ομολογεί απερίφραστα την πίστη του στον Θεό και «βάζει τα γυαλιά» στους «ευσεβείς» Ιουδαίους!
Και το πλέον παράδοξο! Ο εκατόνταρχος δεν αναζητάει θαύμα, για να πιστέψη στον Κύριο, είναι εξ αρχής απολύτως βέβαιος ότι ο Κύριος μπορεί να θεραπεύση τον δούλο του, και μάλιστα εξ αποστάσεως, απλώς και μόνον με τον λόγο Του: «Κύριε, ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης· αλλά μόνον ειπέ λόγω και ιαθήσεται ο παίς μου» (ο.π. 8).
Τι να πρωτοθαυμάση, αλήθεια, κανείς στην περίπτωση του αληθινού αυτού άρχοντα: την μεγάλη του πίστη στο πρόσωπο του Κυρίου, την συγκινητική του αγάπη για τον άρρωστο δούλο του, ή την συγκλονιστική του ταπείνωση μπροστά στην ανωτερότητα του Κυρίου! Μάλλον και για τα τρία αισθάνεται την ανάγκη να τον παραδεχθή!
Πάντως, ο φιλεύσπλαχνος Κύριος υποκλίνεται μπροστά στην θαυμαστή πίστη του άρχοντα, αναφωνώντας με νόημα: «ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον» (ο.π. 10). Πράγματι, οι «πιστοί» Ιουδαίοι, κατά πλειοψηφία, δεν πιστεύουν τον Κύριο ως Θεό, παρ’ ότι τον έχουν ανάμεσά των και ζούν συνεχώς τα θαύματά Του, ενώ ο μη έχων γνώση του αληθινού Θεού εθνικός Ρωμαίος ζη τελικά το θαύμα, ως αποτέλεσμα της πίστεώς του: «ύπαγε, και ως επίστευσας γενηθήτω σοι. και ιάθη ο παίς αυτού εν τη ώρα εκείνη» (ο.π. 13).
«Μεγάλα τα της πίστεως κατορθώματα»! Αλλά ακόμη μεγαλύτερη είναι η δύναμη της θείας Χάριτος, που απεργάζεται με θαυμαστό τρόπο την σωτηρία των ανθρώπων και οδηγεί τα βήματα των «μακράν» του Κυρίου ευρισκομένων στην γνώση Του και στην αλήθεια, καθιστώντας τους, μάλιστα, παράδειγμα προς μίμηση για τους θεωρητικά πιστούς.
Όσο για εμάς, τους «εγγύς» του Κυρίου, βαπτισμένους και χαριτωμένους από το Άγιο Πνεύμα χριστιανούς, μήπως καταντήσαμε ανενεργή την χάρη Του, με την χλιαρή μας πίστη και τα ανύπαρκτα η και εχθρικά μας έργα; Μήπως θεωρούμε και εμείς, όπως και οι περισσότεροι Ιουδαίοι της εποχής του Κυρίου, ότι μας ανήκει δικαιωματικά η βασιλεία Του, χωρίς όμως να ζούμε, κατά την προτροπή του, «σωφρόνως, δικαίως και ευσεβώς» (Τιτ. β’ 12); Μήπως, ακόμη χειρότερα, χάσαμε ολότελα την πίστη μας στον Θεό, ολισθαίνομε, συνεπώς, οι ίδιοι και παρασύρομε, αλλοίμονο, και άλλους στο καταστροφικό μας ολίσθημα;
Εάν δεν αποφασίσωμε, πάντως, εγκαίρως να ορθοποδήσωμε και να ζήσωμε, σ’ αυτήν εδώ την ζωή, με αληθινή και μάλιστα δυνατή πίστη, όπως αυτή του εκατοντάρχου, αλλά και με γνήσια χριστιανική ζωή και με χρηστή πολιτεία, τότε, όπως προειδοποιεί ο Κύριος, θα βρεθούμε προ εκπλήξεων στην άλλη ζωή, «ότι πολλοί από ανατολών και δυσμών ανακλιθήσονται εν τη βασιλεία των ουρανών, οι δε (θεωρούμενοι) υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον» (ο.π. 12).
Καιρός, επί τέλους, να ανανήψωμε, να ξεφύγωμε απ’ την επισφαλή μας «ασφάλεια» και να εργαστούμε πλέον σοβαρά για την σωτηρία μας· και τότε ο Θεός θα είναι σίγουρα βοηθός!