Η «μεγάθυμος» διακόνισσα Ολυμπιάς
25 Ιουλίου 2024«Χαίροις, Ολυμπιάς, εναρέτων έργων υποτύπωσις αληθής», αναφωνεί ο υμνογράφος, και εμείς, ο λαός του Κυρίου, καλούμαστε να τιμήσωμε, κάθε χρόνο, στις 25 Ιουλίου, την αρχοντική διακόνισσα Ολυμπιάδα, που λάμπρυνε την Εκκλησία με την ευσέβεια και τα αγαθά της έργα.
Γόνος ευσεβούς και αρχοντικής οικογενείας του Βυζαντίου η Ολυμπιάδα -γεννήθηκε μεταξύ 365 & 368- έμεινε από μικρή ορφανή, γεγονός που τραυμάτισε την ευαίσθητη ψυχή της. Είχε ωστόσο την ευλογία να ανατραφή μέσα σε καλλιεργημένο περιβάλλον και να συναναστραφή με σεβαστές μορφές, όπως του Γρηγορίου Θεολόγου, όταν εκείνος διέμεινε στην Κωνσταντινούπολη (379-381), στο σπίτι της εξαδέλφης του Θεοδοσίας, που είχε αναλάβει την διαπαιδαγώγηση της μικρής Ολυμπιάδος. Πολύ τρυφερή η σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στα δύο πρόσωπα, όπως διαπιστώνεται και από την επιστολή που έστειλε ο πνευματικός πατήρ Γρηγόριος ως δώρο στον γάμο της κόρης του, όπως την αποκαλεί, Ολυμπιάδος, με -διαχρονικές- συμβουλές για μια επιτυχημένη συζυγία (βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Έπη, Παραινετικόν προς Ολυμπιάδα, 2, 6 PG 37, 1542-1550).
Οι θλίψεις, που συνοδεύουν συχνά την ζωή των πιστών, αποτελούσαν μόνιμο σύντροφο στην ζωή της Ολυμπιάδος. Ο σύζυγός της εκοιμήθη πολύ σύντομα και η ευσεβής και πλουσία κόρη, σε ηλικία μόλις 20 ετών, ήταν περιζήτητη νύφη για πολλούς επίδοξους γαμπρούς. Στον αυτοκράτορα, μάλιστα, Θεοδόσιο Α’, που την πίεζε ασφυκτικά να παντρευτή συγγενή του, δημεύοντας την περιουσία της, για να την εξαναγκάση να υποκύψη στο θέλημά του, απάντησε, με εξαιρετική τόλμη και ωριμότητα, ότι ακριβώς επειδή ο Θεός έκρινε ότι ήταν ανεπαρκής για τον συζυγικό βίο, γι’ αυτό την απάλλαξε, με τον θάνατο του συζύγου της, από τα δεσμά του γάμου, προκρίνοντας γι’ αυτήν «τον χρηστόν ζυγόν της εγκρατείας» (Παλλάδιος, Διάλογος ιστορικός περί βίου και πολιτείας Ιωάννου του Χρυσοστόμου, κεφ. Στ΄ PG 47, 60-61). Η Ολυμπιάδα είχε πάρει την απόφασή της και κανείς επίγειος Βασιλιάς, όσο ισχυρός και εάν ήταν, δεν μπορούσε να πάη ενάντια στο θέλημα του Βασιλέως Χριστού και στην δική της βαθύτερη επιθυμία να αφιερωθή σε Κείνον.
Έτσι, λοιπόν, άνοιξε ο δρόμος για την θαυμαστή προσφορά της στην Εκκλησία, κυρίως μέσα από την κοινωνική διακονία και την ανακούφιση των πασχόντων αδελφών. Η Ολυμπιάδα έλαβε και επισήμως τον τίτλο της διακόνισσας και από την θέση αυτήν βοήθησε σημαντικά στο έργο των αρχιεπισκόπων Κωνσταντινουπόλεως, του Νεκταρίου και στην συνέχεια του Ιωάννου Χρυσοστόμου. Έγινε κυριολεκτικά το δεξί των χέρι και αξιοποίησε στο πλάι των, και ειδικώς του Χρυσοστόμου, όλα της τα προσόντα, την αγαπητική της διάθεση, την ευφυΐα και την πνευματική της ωριμότητα.
Στο μεταξύ, η διακόνισσα Ολυμπιάδα προΐστατο μιάς αδελφότητος 250 μοναζουσών, που έδρευε στην καρδιά της Βασιλεύουσας, -μεταξύ Αγίας Ειρήνης και Αγίας Σοφίας-, χάρη στο έργο και στην στήριξη των οποίων και κυρίως χάρη στην δική της σταθερή και ανεξάντλητη προσφορά, ηθική και υλική, ανακουφίζονταν όχι μόνο οι εμπερίστατοι αδελφοί αλλά διεξαγόταν και το ιεραποστολικό έργο του Βυζαντίου, εντός και εκτός των συνόρων του, ακόμη και κατά την εξορία του αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου στην μακρυνή Αρμενία και στις όμορες περιοχές.
Η πικρία, όμως, και η απογοήτευση από την άδικη εξορία και τις συνεχιζόμενες διώξεις σε βάρος του αγαπημένου πνευματικού της διδασκάλου, Ιωάννη, πλήγωσαν ακόμη περισσότερο την διακόνισσα Ολυμπιάδα και προξένησαν μια διαρκή αθυμία στην ήδη πονεμένη της ψυχή. Επειδή, μάλιστα, αρνείτο να κοινωνήση με τον «διάδοχο» αρχιεπίσκοπο, που τοποθετήθηκε στην θέση του Χρυσοστόμου, και συνέχιζε να τον στηρίζη, υπέστη και η ίδια, όπως και τ’ άλλα πιστά πνευματικά του τέκνα, ύβρεις, συκοφαντίες, φυλάκιση, διώξεις και τέλος την οδυνηρή εξορία στην Νικομήδεια της Βιθυνίας, όπου και παρέδωσε στον Κύριο την κουρασμένη της ψυχή (408), λίγους μήνες μετά από την κοίμηση του Χρυσοστόμου (Σεπτέμβριος 407).
Ποια από τις αρετές της να πρωτοεπαινέση κανείς! «Η οικουμένη άπασα άδει σου τα κατορθώματα» (Επιστολή ΙΓ΄ (Ζ΄), SC 13, 190.1a.), γράφει χαρακτηριστικά ο Ιωάννης σε μία από τις 17 συνολικά επιστολές που απηύθυνε από την εξορία «τη δεσποίνη, τη αιδεσιμωτάτη και θεοφιλεστάτη διακόνω Ολυμπιάδι», με σκοπό την παραμυθία και την απάλυνση του πόνου και της αθυμίας της. Πέλαγος αποκαλεί τις αρετές της, την υπομονή, την ελεημοσύνη, την εγκράτεια, την νηστεία, την σεμνότητα και το μέτρο στην περιβολή, ακόμη και στο βάδισμά της. Αλήθεια, πόσα στοιχεία από τα λόγια αυτά του Χρυσοστόμου μπορεί να αντλήση σήμερα μια σύγχρονη κοπέλα για τον δικό της οπλισμό με αντίστοιχες αρετές, όπως εκείνες της βυζαντινής αρχόντισσας!
Με τον τονισμό αυτόν των αρετών της, μέσα από τις επιστολές του, προσπαθεί ο σοφός ποιμένας και διδάσκαλος Χρυσόστομος να άρη την δυσθυμία της και την απογοήτευσή της από τις πολλαπλές δυσκολίες και τα δεινά του βίου της. Την συμβουλεύει να καταπολεμήση το άλγος της ψυχής της με την ενθύμηση της εναρέτου πολιτείας της και με την ελπίδα της αποκτήσεως των μελλόντων αγαθών, τα οποία επιφυλάσσει ο Κύριος σε όλους τους αγαπημένους Του.
Αληθινά προσεγμένες και εύστοχες είναι οι επισημάνσεις του Χρυσοστόμου ότι η ευθυμία εξαρτάται όχι τόσο από την φύση των πραγμάτων, όσο από την γνώμη των ανθρώπων (Επιστολή Ι΄ (Γ΄), SC 13, 154.1c.). Επομένως, οι ίδιες καταστάσεις αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο από διαφορετικούς ανθρώπους και αυτό οφείλεται στην «γνώμη» των, στην ιδιοσυγκρασία και στον τρόπο, στην στάση με την οποία ο καθένας αντιμετωπίζει τα πράγματα. Στο σημείο αυτό ο Χρυσόστομος επισημαίνει στην μαθήτριά του και το μέγεθος της προσωπικής ευθύνης στο ξεπέρασμα των δυσκολιών, που συνίσταται στην υπακοή στο θέλημα του Θεού, ο οποίος υπαγορεύει την υπομονή στις δοκιμασίες και στον πόνο. Προς ενίσχυση των λεγομένων του χρησιμοποιεί βιβλικά παραδείγματα και μάλιστα του πολύπαθου Ιώβ, ο οποίος άντεξε με καρτερία τα δεινά του και δεν βαρυθύμησε. Εξ άλλου, και ο Αδελφόθεος Ιάκωβος συνιστά: «Πάσαν χαράν ηγήσασθε, αδελφοί μου, όταν πειρασμοίς περιπέσητε ποικίλοις, γιγνώσκοντες ότι το δοκίμιον υμών της πίστεως υπομονήν κατεργάζεται…», αλλά και: «μηδείς πειραζόμενος λεγέτω ότι από Θεού πειράζομαι … έκαστος δε πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας εξελκόμενος και δελεαζόμενος…» (Ιακ., α’ 2-3, 13-14).
Εάν, λοιπόν, ο Κύριος, λέει ο Ιωάννης στην Ολυμπιάδα, προκρίνει την συνέχιση των δικών του δεινών, των διώξεων και της εξορίας του, παρά την δική της επιθυμία να απαλύνη τα δεινά του και να τον φέρη κοντύτερα, αυτό το κάνει για να λάβουν και οι δύο μεγαλύτερο μισθό, διότι «όσω επιτείνεται τα της θλίψεως, τοσούτω πλεονάζει και τα των στεφάνων» (Επιστολή ΙΖ΄ (Δ΄), SC 13, 210.3a.). Όσο για την αθυμία, η οποία είναι η δυσχερέστερη («χαλεπώτερον») όλων των παθημάτων, ακόμη και αυτού του θανάτου («χαλεπώτερον αθυμία θανάτου»), έχει και εκείνη μεγάλη την ανταμοιβή, την «αντίδοσιν» (Επιστολή Ι΄ (Γ΄), SC 13, 167.9b.). Εάν όμως το άλγος κυριεύση την ψυχή, τότε εκείνη βλάπτεται και πλήττεται καίρια από τον διάβολο. Γι’ αυτό εφιστά και πάλι ο Χρυσόστομος στην μαθήτριά του την προσοχή της στην επίδειξη του μέτρου: «άλγει μεν, άλγει δε μέτρον επιθείσα τη λύπη» (Επιστολή Η΄ (Β΄), SC 13, 117.1d.), διότι είναι μεγάλη η αμαρτία από το υπερβολικό άλγος.
Με όλους αυτούς τους τρόπους προσπαθούσε ο συνετός ποιμήν και βαθύς ψυχογνώστης Χρυσόστομος να παρηγορήση την ψυχή της αλγούσης θυγατρός του, θυμίζοντάς της διαρκώς την πλούσια αντιμισθία της από την άσκησή της στην υπομονή και την εμπιστοσύνη της στο θέλημα του Θεού, ο οποίος παραχωρεί, κατά την ανθρώπινη έκφραση, τους πειρασμούς, διότι «όσω σφοδρότερος ο χειμών, τοσούτω και μείζονα τα βραβεία» (Επιστολή Γ΄ (Θ΄), SC 13, 97.1a.).
Αλλά και πόσα διδάγματα δεν αντλούμε όλοι μας σήμερα από τις συμβουλές του σοφού Πατρός και μεγάλου παιδαγωγού Χρυσοστόμου για την αντιμετώπιση του άλγους και της αθυμίας που έχουν καταλάβει τους ανθρώπους στις ημέρες μας. Εάν τα αξιοποιήσωμε και μείς καταλλήλως, όπως η αρχόντισσα Ολυμπιάδα, τότε αντί να δυσανασχετούμε ασκόπως για τα δεινά που προκαλεί ο Θεός, δηλαδή γι’ αυτά που προξενούμε οι ίδιοι με την αλαζονική μας συμπεριφορά στην φύση και στους συνανθρώπους μας, λόγω της αμαρτίας και της απομακρύνσεώς μας από το θέλημά Του, θα δοξολογούμε μάλλον τον Θεό για την μακροθυμία Του και τις συνεχιζόμενες ευκαιρίες που μας δίνει για επανευαγγελισμό και μετάνοια και θα τον υμνολογούμε και μείς, όπως ο Άγιος Χρυσόστομος και η ευλογημένη του θυγατέρα, «πάντων ένεκεν».
Ας πρεσβεύωμε, λοιπόν, στην «μεγάθυμο» (μεγαλόψυχη) Οσία του Θεού διακόνισσα Ολυμπιάδα, που εορτάζει, να μας ενισχύη και να μας ενδυναμώνη στον δικό μας προσωπικό και κοινωνικό αγώνα για την απόκτηση των μελλόντων αγαθών. Ας της κάνωμε όμως και μείς το δώρο να διδασκώμαστε από το δικό της παράδειγμα και τον δικό της αγώνα προς καταπολέμηση του άλγους της, οπλιζόμενοι με τις δικές της αρετές, την προσευχή, την νηστεία, την ελεημοσύνη, την εγκράτεια, για να κατανικήσωμε την δική μας αθυμία, προς δόξα Θεού και για την σωτηρία πάντων ημών. Αμήν! Γένοιτο!
Πηγές-βοηθήματα: