Τους πάντες τους λέμε παιδιά. Γιατί άραγε γίνεται αυτό;
21 Οκτωβρίου 2024Ακούω πολλές φορές συνέχεια τους προπονητές στις δηλώσεις τους μετά από κάθε παιχνίδι να λένε τα παιδιά, δηλαδή οι παίκτες, έκαναν αυτό και εκείνο. Θεωρώ ότι μέσα σ’ αυτούς θα υπάρχουν και κάποιοι που θα είναι πάνω από τριάντα χρονών. Ακόμα και οι τριαντάρηδες πρέπει να δηλώνονται ως παιδιά;
Υπάρχουν πολλοί αγώνες που γίνονται ανάμεσα σε παλαίμαχους ποδοσφαιριστές που έχουν σταματήσει την ενεργό δράση τους. Εκεί σίγουρα θα δούμε να παίζουν και πενηντάρηδες, καμιά φορά και εξηντάρηδες και πολύ σπάνια μέχρι εβδομηντάρηδες. Ορισμένοι και αυτούς τους αποκαλούν, τα παιδιά.
Ειλικρινά δεν ξέρω γιατί γίνεται αυτό. Δεν υπάρχουν άλλες λέξεις παρά μόνον μία λέξη τους έρχεται στο μυαλό και μας την επαναλαμβάνουν συνέχεια; Η γλώσσα μας είναι πλούσια σε άλλες λέξεις οι οποίες πρέπει να ακούγονται, τουλάχιστον από τους Έλληνες.
Δεν είναι μόνον ο χώρος του αθλητισμού όπου συμβαίνουν τα παραπάνω. Παντού έχει επικρατήσει αυτό το φαινόμενο, σχεδόν παντού οι μεγαλύτεροι σε ηλικία να αποκαλούν τους νεότερους παιδιά, ενώ είναι ενήλικες όπως φοιτητές, συνάδελφοί τους, συγγενείς ή, τέλος, ανάπηροι. Αναφέρθηκα στους παράγοντες του αθλητισμού επειδή αυτούς βγάζουν συχνά στο γυαλί και τους ακούει όλη η χώρα. Δεν έχω εμπάθεια με καμιά κατηγορία ανθρώπων που κατονομάζει όλους, τους πάντες, παιδιά. Ο σκοπός μου είναι να μπορέσω να προβληματίσω στο ελάχιστο και να θυμίσω ότι υπάρχουν και άλλες εκφράσεις που ίσως θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν, ιδίως όταν μιλούν δημόσια.
Σε προσωπικό επίπεδο, είναι φυσικό να λέμε σε έναν δικό μας, ακόμη και μεγαλύτερό μας, την γνωστή έκφραση: Μπράβο παιδί μου…! Αυτό ακούγεται συχνά και είναι πολύ κατανοητό να συμβαίνει. Όμως, στις άλλες περιπτώσεις, μοιάζει να μην ξεχωρίζουμε τις ηλικίες και, όλους, μικρούς μεγάλους, τους λέμε παιδιά.
Στο άλλο άκρο, όλοι σχεδόν οι γονείς σήμερα μαθαίνουν στα παιδιά τους, ακόμα και στα βρέφη, να μιλούν στους ενήλικες, έστω και αν αυτοί είναι οι παππούδες, γιαγιάδες, νονοί, φίλοι και συνομήλικοι των γονιών, ως ίσοι προς ίσους, δηλαδή να τους αποκαλούν με τα βαπτιστικά τους ονόματα και στον ενικό. Αυτό μου φαίνεται σαν ισοπέδωση και έλλειψη σεβασμού προς τους μεγαλύτερους, πράγμα που δεν βοηθάει τα παιδιά να συνειδητοποιούν την μεγάλη απόσταση που τους χωρίζει από τις προηγούμενες γενιές, ούτε να αντιλαμβάνονται τη θέση τους σε σχέση με τους πολύ μεγαλύτερούς τους. Εξάλλου, αρκετοί ενήλικες δεν θέλουν να τους αποκαλούν οι λιλιπούτιοι συγγενείς τους θείο, θεία, παππού ή γιαγιά. Κι όμως, είναι ευλογία και τιμή να αξιώνεται κάποιος να αποκτήσει κάποιες από αυτές τις ιδιότητες, ενώ, όσο κι αν προσπαθεί να το παίξει συνομήλικος με τους κατιόντες συγγενείς του, δεν θα είναι τελικά δυνατόν να κρύψει την ηλικία του και την απόσταση που τον χωρίζει από τον μικρούλη συγγενή του.
Πιθανόν οι παρατηρήσεις μου αυτές να μην φαίνονται σημαντικές. Νομίζω, όμως, πως σε δύο περιπτώσεις η ισοπέδωση της διαφοράς ηλικίας επηρεάζει αρνητικά τη στάση και τη νοοτροπία μας: Η πρώτη είναι αυτή της ακριβώς προηγούμενης παραγράφου. Και η δεύτερη, όταν αποκαλούμε παιδί ένα πρόσωπο με αναπηρία, έστω και αν έχει ενηλικιωθεί πριν από δεκαετίες. Μας παρασύρει το γεγονός ότι το πρόσωπο αυτό είναι σε πολλά θέματα τελείως εξαρτημένο από τους άλλους, ή ότι συμπεριφέρεται σαν παιδί, ή και τα δύο. Όμως, αυτό δεν μας βοηθάει να λάβουμε υπ’ όψη μας τις πραγματικές του ανάγκες ούτε να σταθούμε με τον ανάλογο σεβασμό απέναντί του.
Ας είναι τα απλά αυτά σχόλιά μου μικρή συμβολή στη σωστή διάκριση ανάμεσα στις γενιές.