Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος, Ω ειρήνη αγαπητή, το αγαθόν το οποίον επαινείται μεν από όλους, αλλά διαφυλάσσεται μόνον από ολίγους!
12 Ιανουαρίου 2025
Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος
Ειρηνικός δεύτερος
Εκφωνήθηκε το 379 στην Κωνσταντινούπολη και είχε σκοπό να καταπολεμήσει τις έριδες λόγω του Αντιοχειανού σχίσματος.
1. Ω ειρήνη αγαπητή, όνομα και πράγμα γλυκύ, το οποίον έχω δώσει εις τον λαόν και το οποίον μου έχει ανταποδώσει! Δεν γνωρίζω εάν η φωνή όλων είναι γνησία και ανταξία προς το Πνεύμα και δεν πρόκειται διά δημοσίας συνθήκας αι οποίαι αθετούνται παρά το ότι έχει κληθή ως μάρτυς ο Θεός, εις τρόπον ώστε και η κατάκρισίς μας διά την αθέτησίν των να είναι μεγαλυτέρα.
Ω ειρήνη αγαπητή, η διαρκής φροντίς και το καύχημά μου, η οποία, όπως λέγεται, και ανήκει εις τον Θεόν και ο Θεός ανήκει εις αυτήν, και η οποία είναι Θεός και αυτοθεός, όπως εις το «η ειρήνη του Θεού» και «ο Θεός της ειρήνης» και· αυτός είναι η ειρήνη μας». Και όμως παρ’ όλα αυτά δεν την σεβόμεθα.
Ω ειρήνη αγαπητή, το αγαθόν το οποίον επαινείται μεν από όλους, αλλά διαφυλάσσεται μόνον από ολίγους, που μας έχεις εγκαταλείψει και έχει περάσει ήδη τόσος χρόνος από τότε;
«Και πότε θα μας ξαναέλθης; Διότι σε ποθώ πάρα πολύ και σε αγαπώ πολύ περισσότερον από τους άλλους ανθρώπους. Και όταν είσαι παρούσα σε περιποιούμαι και όταν λείπης σε καλώ να επιστρέψης με πολλούς θρήνους και δάκρυα, με τα οποία ούτε ο Ιακώβ ο πατριάρχης έκλαυσε την Ιωσήφ, ο οποίος είχε μεν πωληθή από τους αδελφούς του και δεν είχεν αρπαγή από το θηρίον, όπως ενόμιζεν.
Ούτε ο Δαβίδ έκλαυσεν έτσι τον Ιωνάθαν τον φίλον του, ο οποίος είχε φονευθή εις τον πόλεμον, ή αργότερα τον υιόν του Αβεσσαλώμ. Από τους οποίους ο μεν Ιακώβ, σπαρασσόμενος από την πατρικήν του αγάπην, εφώναζεν ότι ήρπασε τον Ιωσήφ κακόν και ανήμερον θηρίον και έβαλε μπροστά του το καταματωμένον Ενδυμα του παιδιού του και το αγκάλιαζε σαν να ήτο η σάρκα του παιδιού υποφέρων φοβερά αλλά και παρηγορούμενος με αυτό.
Ο δε Δαβίδ πότε μεν καταράται τα όρη εις τα οποία έγινεν ο πόλεμος λέγων· «όρη Γελβουέ, είθε να μη πέση επάνω σας ούτε βροχή ούτε δροσιά», ή «πώς εχάθη το τόξον και η δύναμις του Ιωνάθαν;», άλλοτε δε πάλιν προσπαθεί να δικαιολογήση, ωσάν να μη είχε κάνει κανένα κακόν, εκείνον ο οποίος είχε προσπαθήσει να φονεύση τον πατέρα του και κάνει σπονδάς εις τον νεκρόν, ίσως ακριβώς επειδή ελυπείτο περισσότερον διά το παιδί επειδή είχεν υψώσει χείρα κατά του πατρός του.
Διότι αυτό ακριβώς σημαίνει πατήρ, Εκείνον τον οποίον επολέμησεν ως εχθρόν όταν του επετέθη, τον επόθησεν ως φίλον όταν απέθανεν.
Και έτσι η φύσις ενίκησε την έχθραν, από την οποίαν δεν υπάρχει τίποτε πιο βίαιον.
2. Είναι δε φοβερόν και το να ευρίσκεται η κιβωτός εις χείρας αλλοφύλων· να έχη κατεδαφισθή η Ιερουσαλήμ και να πατήται από τους εχθρούς· οι υιοί της Σιών, οι τίμιοι και ισάξιοι με τον χρυσόν, να πορεύωνται εις την αιχμαλωσίαν και να παραμένουν ακόμη και σήμερα διεσκορπισμένοι και να αποτελούν λαόν ξένον και πάροικον εις την οικουμένην.
Είναι δε επίσης φοβερά και εκείνα τα οποία βλέπομεν και ακούομεν σήμερα. Χώραι αι οποίαι επαναστατούν και μυριάδες αι οποίαι φονεύονται, και γη η οποία αποκάμνει από τα αίματα και τα πτώματα, και λαός ξενόγλωσσος ο οποίος πορεύεται εις την ξένην χώραν ωσάν να είναι ιδική του.
Ας μη κατηγορήση καινείς δι’ ανανδρίαν εκείνους οι οποίοι ηγωνίσθησαν πριν από μας, διότι αυτοί είναι εκείνοι οι οποίοι παρ’ ολίγον να έπαιρναν ολόκληρον την οικουμένην με το μέρος των, αλλά ας κατηγορήση την κακίαν μας και την ασέβειαν η οποία επικρατεί κατά της Τριάδος.
Αυτά είναι φοβερά και πολύ περισσότερον από φοβερά. Ποίος από εκείνους οι οποίοι έχουν πάθει κάτι, η έχουν υποφέρει μαζί με τους άλλους, και οι οποίοι γνωρίζουν να δοκιμάζουν συμφοράς, θα αντείπη;
Αλλά τίποτε δεν είναι τόσον μέγα όσον η ειρήνη η οποία διώκεται, η ευπρέπεια και η τάξις της Εκκλησίας, η οποία έχει απογυμνωθή, και το παλαιόν αξίωμα το οποίον έχει καταλυθή.
Και η τάξις έχει τόσον πολύ αναστραφή, ώστε, ενώ προηγουμένως είχαμε γίνει λαός και έθνος, μολονότι προηγουμένως δεν είμεθα τίποτε από τα δύο, τώρα διατρέχομεν τον κίνδυνον, ενώ είμεθα λαός πολύ μεγάλος και έθνος, να καταλήξωμεν πάλιν, αφού διασκορπιστήκαμε, να μη είμεθα ούτε λαός ούτε έθνος, όπως είμεθα εις την αρχήν, όταν ακόμη δεν σε είχαμεν αρχηγόν, και δεν είχαμε συνενωθή κάτω από το ίδιον όνομα και τάγμα.
Από το βιβλίο «Γρηγορίου του Θεολόγου, Άπαντα τα έργα, 1 Λόγοι, Προσωπικαί σχέσεις και Εκκλησιαστική Διακονία), Βίος, συγγράμματα, θεολογικές αντιλήψεις» από Παναγιώτη Χρήστου, εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση σχόλια Νικολάου Εμμ. Αποστολάκη, των Πατερικών Εκδόσεων Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας «Γρηγόριος ο Παλαμάς».