Ηγούμενος Ανδρέας Αγιοπαυλίτης, Η υπακοή του στους υπάκoους μοναχούς και η παράδοξη εμφάνιση του… πατρός Νικόλα από την Κύπρο!

15 Ιανουαρίου 2025

Ηγούμενος Ανδρέας Αγιοπαυλίτης (1904-1987).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Την Σαρακοστή του 1970 [ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου στο Άγιον Όρος, Γέροντας Ανδρέας Αγιοπαυλίτης] είχε πάθει γαστρορραγία.

Ο π. Δημόκλητος, ο γιατρός, του είπε ότι είναι πολύ σοβαρά και πρέπει να πάη έξω [εκτός Αγίου Όρους σε νοσοκομείο]. Αυτή την ασθένεια πρέπει να την αντιμετωπίση η επιστήμη. «Επιστήμη είναι η Παναγία. Εγώ δεν βγαίνω από το Άγιον Όρος» [απάντησε].

Είχε τριάντα έξι χρόνια στην καλογερική και δεν είχε βγη ποτέ. Του λέει ο γιατρός:

– Εμείς πρέπει να σε κάνουμε υπακοή εφ’ όρου ζωής και συ να μας κάνης αυτήν την ώρα. Αν δεν πάμε στο γιατρό δεν υπάρχει προοπτική.

– Για την υπακοή σας είμαι στα χέρια σας. Ό,τι νομίζετε εσείς θα κάνω. Τον πήγαν στην Θεσσαλονίκη, εγχειρήθηκε και επέστρεψε υγιής.

 

Τον Οκτώβριο του 1974 ο Ηγούμενος Ανδρέας παραιτήθηκε από την Ηγουμενία και πήγε να ησυχάση στο μετόχι της Μονής εντός του Αγίου Όρους, στον Μονοξυλίτη, του οποίου ο ναός τιμάται στον άγιο Νικόλαο, και τον οποίο υπερευλαβείτο ο Προηγούμενος Ανδρέας.

Εκεί το έτος 1975 τον επισκέπτονταν κάποιοι ζηλωτές από του Εσφιγμένου. Είχε κοιμηθή ο Ηγούμενός τους και επειδή εφοβούντο μην τους διώξουν από το Εσφιγμένου, τον εκλιπαρούσαν να αναλάβη αυτός Ηγούμενος.

Σαν άνθρωπος ταλαντευόταν με τα τόσα που άκουσε και τις παρακλήσεις των ζηλωτών, αλλά δεν τ’ απεφάσιζε. Φοβόταν αφ’ ενός μεν μήπως έχη κρίμα αν δεν βοηθήση το Εσφιγμένου, αλλά πάλι σκεφτόταν πώς να αφήση την μετάνοιά του σε τέτοια ηλικία.

Παρακαλούσε την Παναγία και τον άγιο Νικόλαο να τον φωτίσουν.

Οπότε κάποια μέρα βλέπει έναν παπά, ένα γεροντάκι, να ανεβαίνη από κάτω από την θάλασσα. Όταν έφθασε, τον χαιρέτησε, ζήτησε να μάθη τον δρόμο προς τις Καρυές και του έδειξε.

Τον ρώτησε όμως ο Προηγούμενος από πού είναι και πώς ονομάζεται, και απάντησε ότι είναι από την Κύπρο και ότι το όνομά του είναι πάτερ Νικόλας.

Ο παπα-Ανδρέας ήταν απερίεργος άνθρωπος για να κάνη τέτοια ερώτηση, αλλά από θεία νεύση την έκανε.

Το γεροντάκι συνέχισε τον δρόμο του για Καρυές και ο παπα-Ανδρέας μόλις έκανε να πάη μέσα, σκέφτηκε: «Βρε, μεσ’ το μεσημέρι δεν είπα στον άνθρωπο να καθήση να φάη. Που θα πάει πεινασμένος!».

Γυρίζει να τον φωνάξη και δεν τον βλέπει. Ο δρόμος για τις Καρυές τουλάχιστον για ένα δεκάλεπτο ήταν ακάλυπτος. Θα τον έβλεπε. Όμως δεν φαινόταν πουθενά.

Παίρνει τον δρόμο, φωνάζοντας. Άφαντος.

«Κρίμα που δεν τον πρόλαβα».

Μπήκε μέσα, δεν έδωσε σημασία, κάθησε να φάη και ύστερα κοιμήθηκε.

Ξύπνησε σε λίγο μέσα στην χαρά και αποφασισμένος ότι «εγώ είμαι για τον Άγιο Παύλο, ούτε για Ηγούμενος είμαι ούτε για Εσφιγμένου ούτε για δεύτερες ούτε για τρίτες ηγουμενίες είμαι».

Πήγε στην Εκκλησία, κοιτάει την εικόνα του αγίου Νικολάου και διαπιστώνει έκπληκτος ότι είναι ίδιος ο άγιος Νικόλαος με τον παπά που πέρασε και εξαφανίστηκε.

«Μα», λέει, «να μην ανοίξη το μυαλό μου πιο μπροστά;».

Ανέφερε το γεγονός ύστερα στον παπα-Διονύσιο τον Πνευματικό του και εκείνος του είπε:

«Ο άγιος Νικόλαος ήταν. Ήρθε και σε πήρε το βάρος που είχες πάνω σου».

 

Απόσπασμα από το βιβλίο, «Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορειτική παράδοση», Άγιον Όρος 2011.