Άγιος Αθανάσιος: Θέλοντας να ωφελήσει τους ανθρώπους ο Χριστός, έρχεται ως άνθρωπος και λαμβάνει σώμα όμοιον με εκείνους!

23 Φεβρουαρίου 2025

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας. Τοιχογραφία στην Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία Παναγία του Ljeviš 14ος αι. στην πόλη Πρίζρεν του Κοσσυφοπεδίου. Από την ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Ζάγκρεμπ-Λουμπλιάνας: https://mitropolija-zagrebacka.org/kalendar-pocetni-14/ Φωτογραφία: blagofund.org

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

14. Υποθέσατε ότι μία μορφή, που επροσωπογραφήθη επί σανίδος, εξηφανίσθη, διότι επεκάθισαν εις την επιφάνειάν της ακαθαρσίαι· εις την περίπτωσιν αυτήν πρέπει να έλθη πάλιν εκείνος του οποίου είνε η μορφή, διά τα καταστή δυνατόν να ανακαινισθή η προσωπογραφία επί του αυτού φόντου (διότι δεν πετάζεται το φόντο επί του οποίου εζωγραφήθη, ακριβώς επειδή είνε προσωπογραφία εκείνου, αλλά ξαναζωγραφείται επ’ αυτού.

Διά τον ίδιον λόγον και ο πανάγιος Υιός του Πα τρος, ο οποίος είνε εικών του Πατρός, ήλθεν εις την γην μας, διά να ανακαινίση τον άνθρωπον που έχει δημιουργηθή κατ’ εικόνα του, και να ανεύρη το απολωλός διά της αφέσεως των αμαρτιών, όπως και ο ίδιος λέγει εις τα Ευαγγέλια· «Ήλθον το απολόμενον ευρείν και σώσαι» (Λκ 19, 10).

Διά τούτο και προς τους Ιουδαίους έλεγεν «Εάν μη τις αναγεννηθή» (Ιω 3,5), εννοών όχι την γέννησιν εκ γυναικών, όπως ενόμιζον εκείνοι, αλλά δηλών την αναγεννωμένην και αναδημιουργημένην ψυχήν εις το «κατ’ εικόνα». Επειδή δε και ειδωλομανία και αθεΐα εξουσίαζον την οικουμένην, και είχε χαθή η ορθή αντίληψις περί Θεού, ποίος ηδύνατο να διδάξη την οικουμένην περί του Πατρός;

Μήπως θα έλεγε κανείς ότι ο άνθρωπος; Αλλά δεν ήτο δυνατόν εις ανθρώπους να διασχίσουν απαρατήρητοι όλην την υφήλιον, ούτε εκ φύσεως να έχουν τόσον μεγάλην δύναμιν διά να τρέχουν, ούτε δύνανται να γίνουν πιστευτοί ότι διαθέτουν δυνάμεις διά το έργον αυτό, ούτε μόνοι τους είνε ικανοί να αντισταθούν προς την απάτην και την πλάνην των δαιμόνων.

Διότι αφού όλοι έχουν πληγωθή εις την ψυχήν και αναστατωθή εις τον νουν από την δαιμονικήν απάτην και την ματαιότητα των ειδώλων, πώς θα ήτο δυνατόν να μεταπείσουν την ψυχήν και τον νουν των ανθρώπων εις θέματα, τα οποία ούτε αυτοί δύνανται να ιδούν;

Και πώς δύναται κανείς να εκπαιδεύση και τους άλλους εις κάτι το οποίον και ο ίδιος δεν βλέπει; Αλλ’ ίσως θα ηδύνατο να ειπή κανείς ότι ήτο αρκετή η κτίσις. Αλλ’ εάν ήτο αρκετή η κτίσις, δεν θα είχον συμβή τόσον μεγάλα κακά. Διότι υπήρχε και η κτίσις αλλά και πάλιν οι άνθρωποι εκυλίοντο όχι ολιγώτερον εις την πλάνην περί του Θεού.

Ποίος άλλος λοιπόν ήτο αναγκαίος, παρά ο Λόγος του Θεού ο οποίος βλέπει και τον νουν και την ψυχήν, ο οποίος και κινεί τα πάντα εις την κτίσιν, και δι’ αυτών κάνει γνωστόν τον Πατέρα; Διότι αυτός ο οποίος με την ιδικήν του πρόνοιαν και διαρρύθμισιν όλων διδάσκει περί του Πατρός, αυτός ηδύνατο και να ανανεώση την διδασκαλίαν.

Πώς λοιπόν θα εγίνετο αυτό;

Ίσως θα έλεγε κανείς, ότι ήτο δυνατόν να γίνη το ίδιον, δηλαδή διά των έργων της κτίσεως να φανερώση πάλιν τα περί αυτού. Αλλ’ αυτό δεν ήτο πλέον ασφαλές. Οπωσδήποτε όχι διότι αυτό προηγουμένως το περιεφρόνησαν οι άνθρωποι και είχον πλέον τους οφθαλμούς των εστραμμένους όχι προς τα άνω αλλά προς τα κάτω.

Διά τούτο ευλόγως, θέλων να ωφελήση τους ανθρώπους, έρχεται ως άνθρωπος και λαμβάνει σώμα όμοιον με εκείνους εκ των κάτω, ώστε όσοι δεν ηθέλησαν να τον αναγνωρίσουν εκ της προνοίας και της ηγεμονίας του εις το σύμπαν, έστω και διά των έργων αυτού του σώματος να γνωρίσουν τον υπάρχοντα Λόγον του Θεού που ευρίσκετο εις το σώμα και δι’ αυτού να γνωρίσουν τον Πατέρα.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο Αθανασίου Αλεξανδρείας του Μεγάλου «Άπαντα τα έργα, τόμος 1, Απολογητικά», εισαγωγή Παναγιώτης Χρήστου κείμενο, μετάφραση, σχόλια Στέργιος Σάκκος.