Άγιος Βλάσιος ο Βουκόλος, Το μαρτύριό του, η θαυματουργική θεραπεία και διάσωσή του και τα λοιπά θαυμαστά γεγονότα που ακολούθησαν!
3 Φεβρουαρίου 2025
Άγιος Βλάσιος ο Βουκόλος.
(Διασκευή, επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Ο Άγιος Βλάσιος ο Βουκόλος ήταν παιδί πολύ πλούσιων κτηνοτρόφων οι οποίοι μοίραζαν άφθονη ελεημοσύνη σε όσους είχαν ανάγκη.
Όταν άρχισε ο διωγμός των ειδωλολατρών κατά των Χριστιανών αναζήτησαν να συλλάβουν και τον Βλάσιο, αλλά δεν τον βρήκαν, παρ’ όλες τις προσπάθειες τους.
Έτσι, όταν επιτέλους τον βρήκαν και του είπαν ότι τον αναζητούσαν για να τον συλλάβουν παραδόθηκε με τόση χαρά σαν να τον προσκάλεσαν σε βασιλικό δείπνο. Και μάλιστα δεν παρέλειψε φιλοξενήσει πλουσιοπάροχα τους διώκτες του σαν ευεργέτες του και ανθρώπους που ήθελαν το καλό του.
Όταν τον οδήγησαν στο δικαστήριο και, αφού ομολόγησε με παρρησία την πίστη του διατάχθηκε ο ραβδισμός του.
Ο Θεός, όμως, του ελάφρυνε τους πόνους και του θεραπευσε θαυματουργικά το κορμί από τις πληγές που του προξένησαν οι βασανιστές του.
Ο ηγεμόνας, όταν είδε το θαύμα αυτό, το χαρακτήρισε ως αποτέλεσμα μαγείας και διέταξε να τον βάλουν σε λέβητα με βραστό νερό και να μείνει εκεί πέντε ημέρες.
Για την προστασία του Αγίου κατέβηκαν από τον ουρανό δύο Άγγελοι οι οποίοι τον παρακινούσαν να μην φοβάται και τον ενθάρρυναν να αντέξει και αυτή τη την δοκιμασία.
Ταυτόχρονα τον προστάτευσαν από την επίδραση του καυτού νερού και έτσι δεν έπαθε τίποτα.
Για τον λόγο αυτό όταν μετά από πέντε μέρες έφτασαν οι στρατιώτες για να βγάλουν τον νεκρό Βλάσιο από τον λέβητα, όπως πίστευαν, τον είδαν ζωντανό να ψέλνει μαζί με τους Αγγέλους.
Έτσι, πίστεψαν και οι ίδιοι και ομολόγησαν την πίστη τους στον Θεό.
Ο ηγεμόνας, τότε, έστειλε άλλους στρατιώτες για να βγάλουν τον Άγιο από τον λέβητα οι οποίοι μόλις είδαν και διαπίστωσαν κι αυτοί το θαύμα πίστεψαν και οι ίδιοι, αμέσως, στον Χριστό.
Εκεί, τότε προσέτρεξε και ο ίδιος ο ηγεμόνας και παρ’ όλο που είδε τον Άγιο Βλάσιο μέσα στο βραστό νερό θεώρησε πως αυτό είχε κρυώσει και γι’ αυτό ζήτησε να του φέρουν από το νερό αυτό για να νίψει το πρόσωπό του.
Αυτό είχε, όμως, αποτέλεσμα την τύφλωσή και στη συνέχεια τον θάνατό του.
Ο Μάρτυρας, ακολούθως, βάπτισε μέσα στο νερό αυτό τους στρατιώτες που πίστεψαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος.
Στη συνέχεια πήγε στην οικογένεια του η οποία βρισκόταν κοντά στη μάντρα των ζώων τους και μίλησε στην μητέρα του και τους λοιπούς συγγενείς του τα πρέποντα για τη σωτηρία της ψυχής τους.
Μετά παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό που όσοι βρίσκονταν εκεί την είδαν σαν λευκή περιστερά να πετά στον ουρανό. Ο Άγιος ενταφιάστηκε σ’ εκείνο το σημείο, ενώ το ραβδί του βλάστησε και έγινε πολύ μεγάλο δέντρο.
Η μνήμη του τιμάται στις 3 Φεβρουαρίου.
Διασκευή, από τον «Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας», μήνας Φεβρουάριος, τόμος β’.