Ο Άλλος στο έργο του Γ. Βιζυηνού
3 Μαρτίου 2016Η μελέτη του φιλολόγου κ. Ηρακλή Ψάλτη σχετικά με τα θέματα της αμαρτίας και της λύτρωσης στο έργο του Γ. Βιζυηνού (προηγούμενη δημοσίευση:http://bitly.com /1Q2FNB8), μελετά την παρουσία του Άλλου στο διήγημα «Το αμάρτημα της μητρός μου».
Ο θάνατος λυτρώνει. Η μικρή Αννιώ απαλλάσσεται από τα βάσανά της. Το νερό που της προσφέρει η μητέρας της δεν την γιατρεύει από την ασθένεια, ώστε να ζήσει, αλλά την γιατρεύει από τα βάσανα[360], ώστε να πεθάνει[361].
Στις υιοθεσίες η μάνα συναντά τον Άλλο και στο πρόσωπο του γονιού ο οποίος της εμπιστεύεται το παιδί του, αλλά και στην ίδια την ψυχοκόρη. Οι διαδοχικές υιοθεσίες μικρών κοριτσιών γίνονται, όπως αποκαλύπτει η ίδια η μάνα στην «εκμυστήρευσή» της, για να μην πάρει τα βουνά να φύγει, για να ξεχνά το δικό της πώχασε[362], για να ημερώνει η συνείδησή της και κυρίως γιατί ὅσο περισσότερο τυραννηθεί καί χολοσκάσει, τόσο λιγώτερο θά την παιδέψει ὁ Θεός γιά τό παιδί πού πλάκωσε[363]. Σ΄αυτό της το «εγχείρημα» δεν θέτει κανένα περιορισμό, κοινωνικό ή και βιολογικό. Το Κατερινιώ, η δεύτερη υιοθεσία, δεν είναι η «ιδανική» κόρη και γι΄αυτό όλα τα παιδιά της ζητούν -ακόμα και ο Γιωργής- να την επιστρέψει, η ίδια όμως υπερασπίζεται με σθένος την επιλογή της[364] λέγοντας ότι: Καί τί φταίγει τό φτωχό, σάν ἔγινεν ὅπως τό ἔπλασεν ὁ Θεός[365]˙ και αυτός ο άνθρωπος, δηλαδή η θετή αδελφή τους, είναι πλάσμα του Θεού˙ και συνεχίζει ισχυριζόμενη ότι δεν είναι το βιολογικό στοιχείο εκείνο που έχει προτεραιότητα στις διαπροσωπικές σχέσεις, αλλά η ποιότητα της σχέσης και η αντιμετώπιση του Άλλου.
Επίσης, Άλλος είναι για την μητέρα και ο κάθε ἐπαίτης, ο κάθε καραβοτσακισμένος, ο κάθε βασανισμένος άνθρωπος, στον οποίο προτίθεται να δώσει τις πενιχρές της οικονομίες, για να τύχει ανάλογης αντιμετώπισης και ο γιός της στο εξωτερικό[366]. «Βλέπει» στον κάθε πολυπαθή συνάνθρωπο τον γιό της. Η «συνάντησή» της με τον Άλλο της προσφέρει, έστω και προσωρινή εξιλέωση.
Οι μαγγανείες/δεισιδαιμονίες αξιοποιούνται. Η μητέρα δεν μπορεί να αντισταθεί σε οτιδήποτε μπορεί να «βοηθήσει» την κόρη της να θεραπευθεί, αν και αρχικά αντιστέκεται, στο τέλος συμβιβάζεται[367]· αξιοποιεί το «χαμαγλί» και ἐπήγαινε νά δέσῃ μίαν λωρίδα ἀπό τό φόρεμα τῆς Ἀννιῶς ἐπί θαυματουργοῦ τίνος τόπου, μέ τήν ἐλπίδα, ὅτι θά δεθῇ καί τό κακόν μακράν τῆς πασχούσης[368]. Επίσης, «καλεί» την ψυχή του νεκρού άνδρα της με ένα συγκεκριμένο τελετουργικό, για να γιατρεύσει την άρρωστη κόρη της, και εκλαμβάνει την πεταλούδα, μια χρυσαλλίδα, που διέρχεται από το δοχείο με το νερό, ως την ψυχή/την παρουσία του άνδρα της[369]. Όμως ούτε η «συνδρομή» όλων αυτών αποφέρουν το επιθυμητό γι΄αυτήν αποτέλεσμα.
[Συνεχίζεται]
[360]Π. Εμμανουηλίδης, Ε. Πετρίδου-Εμμανουηλίδου, Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου θεωρητικής κατεύθυνσης (Αθήνα: Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2004)σ.78.
[361]Γ. Μ. Βιζυηνός, Νεοελληνικά Διηγήματα, όπ. παρ., σ.13: «Ἔλα, ἀγάπη μου, τῆς εἶπε (η μητέρα). Πιέ ἀπ’ αὐτό τό νερό, νά γιάνῃς (…) Ἔπειτα ἐρρόφησεν ὀλίγας σταγόνας ἀπό τοῦ ὕδατος ἐκείνου, τό ὁποῖον ἔμελλε τῷ ὄντι νά τήν ἰατρεύσῃ (…) Τό καϋμένο μας τό Ἀννιώ! ἐγλύτωσεν ἀπό τά βάσανά του!».
[362]Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.25.
[363]Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.25.
[364]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.20: «Δέν εἶναι ξένο τό παιδί! Εἶναι δικό μου! (…) καί ὁσάκις ἔκλαιγε, τοῦ ἔβαζα τό βυζί μου στό στόμα του, γιά νά τό πλανέσω· καί τό ἐτύλιξα μέσ’ στά σπάργανά σας, καί τό ἐκοίμησα μέσ’ στήν κούνια σας».
[365]Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.20.
[366]Γ.Μ. Βιζυηνός, Νεοελληνικά Διηγήματα, όπ. παρ., σ.19: «Ἀλλά μετ’ ὀλίγον ἐξήρχετο εἰς τούς δρόμους, ἐξετάζουσα τούς διαβατικούς ἐπαίτας, καί μετέβαινεν ὅπου ἠκούετο κανείς «καραβοτσακισμένος» μέ τήν θλιβεράν ἐλπίδα ν’ ἀνακαλύψῃ ἐν αὐτῷ τό ἴδιόν της τέκνον, μέ τήν πρόθεσιν νά δώσῃ εἰς αὐτόν τά στερήματά της, ὅπως τά εὕρω ἐγώ εἰς τά ξένα ἀπό τάς χεῖρας τῶν ἄλλων».
[367]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.5: «ἠρνεῖτο νά ἐφαρμόσῃ τάς προτεινομένας γοητείας, φοβουμένη μή ἁμαρτήσῃ (…) Πλησίον εἰς τόν σταυρόν, ἐπί τοῦ στήθους τῆς Ἀννιῶς, ἐκρέμασεν ἕν «χαμαγλί», μέ μυστηριώδεις ἀραβικάς λέξεις. Τά ἁγιάσματα διεδέχθησαν αἱ γοητεῖαι, καί μετά τά εὐχολόγια τῶν ἱερέων ἦλθον τά «σαλαβάτια» τῶν μαγισσῶν».
[368]Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.6.
[369]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.12: «Αἴφνης μικρά χρυσαλίς, πετάξασα κυκλικῶς ἐπ’ αὐτοῦ, ἤγγισε μέ τά πτερά της, καί ἐτάραξεν ἐλαφρῶς τήν ἐπιφάνειάν του. (…) Ὅταν ἡ μικρά ἐκείνη χρυσαλίς ἐχάθη εἰς τό βάθος τοῦ δωματίου, ἡ μήτηρ μου ἀνέπνευσεν, ἐσηκώθη ἱλαρά καί εὐχαριστημένη, καί –Ἐπέρασεν ἡ ψυχή τοῦ πατέρα σου! – εἶπε, παρακολουθοῦσα εἰσέτι τήν πτῆσιν τοῦ χρυσαλιδίου μέ βλέμματα στοργῆς καί λατρείας. Ἔπειτα ἔπιεν ἀπό τοῦ ὕδατος καί ἔδωκε καί εἰς ἐμέ νά πίω».