Αρτέμης: «Ο Θεός μάς μιλάει κάθε στιγμή…».
2 Μαρτίου 2012Κάποια στιγμή στο παρελθόν άκουσα τον μακαρίτη τον Γιάννη Φουράκη, τον «δι’ Ελληνισμόν σαλόν», να λέει ότι «ο Έλλην είναι ο Ιερεύς της Οικουμένης». Η φράση αυτή αποτυπώθηκε στο μυαλό μου! Σκεπτόμουν ότι, αν ο πλανήτης μας νοηθεί ως Ναός, το Ιερό αυτού του Ναού, πρέπει να είναι η Ελλάδα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Χριστιανισμό. Έστω και λίγο, διαγωνίως, να μελετήσουμε Εκκλησιαστική Ιστορία, αντιλαμβανόμαστε εύκολα τον βαθμό που συνεισέφεραν οι Έλληνες στην εκπνευμάτιση του κόσμου. Το πλήθος των Μαρτύρων, οι Άγιοι, οι πνευματέμφοροι Πατέρες, που δογμάτισαν απλανώς, κλπ, ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία Έλληνες. Εντελώς ενδεικτικά αναφέρω τις περιπτώσεις του Αγίου Θεοδώρου από την Ταρσό, αρχιεπισκόπου Canterbury, για το έργο που έκανε στη Δύση (φωτιστής των Άγγλων) και τον Άγιο Μάξιμο τον Γραικό, για το έργο που έκανε στην Ανατολή (φωτιστής των Ρώσων).
Όλα αυτά βέβαια δεν τα λέω αυτό από κάποια σοβινιστική διάθεση, από τάση να μειώσω κάποιον άλλο λαό, κλπ. Το λέω γιατί θέλω να τονίσω, ότι ανέκαθεν ο Έλλην, είχε έναν πνευματικό, φωτοδοτικό ρόλο, τον οποίο αποποιήθηκε, θαμπωμένος από τα ψευδώνυμα εκ Δυσμών «φώτα», καταλήγοντας δέσμιος της «βαρείας ύλης». Διέπραξε με λίγα λόγια «ύβρη». Και όταν διαπράττεις «ύβρη» ακολουθεί η «Άτη», η «Νέμεσις» και η «Τίσις», το γνωστό δηλαδή τραγικό σχήμα που μας δίδαξαν οι αρχαίοι τραγικοί μας ποιητές. Όπως λειτουργούν οι φυσικοί νόμοι, έτσι λειτουργούν και οι πνευματικοί. Θεωρώ, ότι στην παρούσα μας έχει επιβληθεί ως έθνος, άνωθεν ένας «κανόνας». Όπως υπάρχει «κανόνας» σε επίπεδο ατομικό (όπως π.χ. του φίλου μου του Μαξ που προανέφερα), υπάρχει και «κανόνας» σε επίπεδο συλλογικό.
Φρονώ, ότι στο μέτρο που θα μετα-νοήσουμε, σε αυτό το μέτρο θα εγερθούμε πάλι. Οδηγοί μας προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι ήρωες του ’21, οι οποίοι βρισκόντουσαν σε μετάνοια και είχαν μυστηριακή ζωή, γι’ αυτό και ο αγώνας τους ευλογήθηκε και απέδωσε καρπούς. Δυστυχώς όμως, φως στον ορίζοντα δεν βλέπω άμεσα, γιατί όλα αυτά τα θέματα, ακόμα και σήμερα, δέχονται τη χλεύη από τους περισσότερους συμπατριώτες μας. Για να πραγματοποιηθεί η επ-ανάσταση, πρέπει να προηγηθεί η Ανάσταση (πρωτίστως εντός μας), ειδάλλως η λέξη «επανάσταση» παραμένει μία λέξη κενή νοήματος.
Πηγή: www.pentapostagma.gr
Ακολουθούν οι στίχοι και το τραγούδι του Αρτέμη για τον Μαξ:
ΜΑΞ (ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ)
Έχω έναν φίλο τόν Μάξιμο, τόν φωνάζουμε Μάξ.
Σύχναζε Αριστοτέλους καί πλατεία Σκρά εναλλάξ.
Πορωμένος χιπχοπάς, από τή μέρα τήν πρώτη, κι έκανε τρέλλες,
απ᾽ αυτές που κάνουμε όλοι στή νιότη.
Η διαφορά μέ τόν Μάξ ήταν, ότι κάποια στιγμή,
είχε αρχίσει νά τραβάει στ’ άκρα τό σχοινί.
Ανησυχούσαν οι κολλητοί, χανόταν βλέπεις γιά μέρες,
κάποιοι είπαν άραζε σέ άλλα στέκια, μ’ άλλες παρέες.
Τήν εποχή αυτή ήταν που έμπλεξε
καί μέ τους μπάφους,
κι άρχισ’ ή ζωή του,
νά ορίζεται έξ αυτού του πάθους,
καί γιά νά προλάβω κάποιους,
που θά πουν: ε, καί τί έγινε;
Ακουστέ, γιατί ενός κακού μύρια έπονται!
Λοιπόν, ο Μάξ, άσχετα άπό τήν τρέλλα του,
ήταν ευαίσθητη ψυχή,
γι’ αυτό καί όταν ή κοπέλα του
μία μέρα του ‘πε νά χωρίσουν
δίχως προφανή λόγο,
ένιωσε, οτι έχασε
κάτω απ’ τά πόδια του τόν κόσμο!
Τόν ψυχικό πόνο, τό συναισθηματικό κενό,
νόμιζε θά τό κάλυπτε
μέ τήν κόκα καί τήν Ηρώ.
Η βουτιά αυτή δέ χρειάστηκε κόπο,
τό χόρτο που κάπνιζε τόσα χρόνια,
είχε λειάνει τόν δρόμο
καί έτσι η νέα ιστορία,
που είχε αρχίσει μέ τίς σκόνες,
δέν άργησε καί νά τόν οδηγήσει
εμπρός στις πόρτες
της Ψυχιατρικής Κλινικής Θεσσαλονίκης.
Μπήκε τέσσερις φορές, ήτανε καθεστώς φρίκης!
Τέσσερις φορές, τέσσερα εικοσαήμερα,
μά oι προσωπικοί του δαίμονες, δέν καταβάλλονταν με τίποτα!
Πρός στιγμήν ‘φεύγαν οι ουσίες από τό αίμα του,
δέν έφευγε όμως η ιδέα, πού ήταν ριζωμένη μέσα του!
Κι έτσι ό Μάξ συνέχιζε τό δρομολόγιο τό παλιό,
σέ Εύοσμο, σέ Δενδροπόταμο καί Κορδελιό.
Σκηνικό, που άπ’ τή μνήμη του ποτέ δέ θά σβηστεί,
η νύχτα αύτή, πού έγινε η καρφωτή.
Σειρήνες, φωνές, (ψηλά τα χέρια) παντου μπλε φώτα,
νά τόν σημαδεύουνε των αστυνομικών τά όπλα!
Του περνάνε βραχιόλια καί του βγάζουν άμεσα εισιτήριο,
γιά του Αστυνομικοί Μεγάρου τό κρατητήριο.
Τίς πιό ζόρικες στιγμές εκεί τίς βιώνει, του βγαίνουνε στερητικά,
αφόρητοι σωματικοί πόνοι. Σκοτοδίνη! Εκλιπαρεί έστω γιά μία ασπιρίνη!
Ειρωνικό βλέμμα ειν αυτό, πού ό σκοπός του δίνει.
Μετά άπό δυό εβδομάδες είναι ένα ανθρώπινο ερείπιο,
σάν νεκροζώντανος, οδηγείται στό δικαστήριο.
Η απόφαση πού βγαίνει, ειν’ η χαριστική βολή,
ο Μάξιμος θά περάσει έναν χρόνο στή φυλακή!
Τώρα είναι μέσ’ στήν κλούβα
κι οδεύει πρός τή Νέα Σίνδο.
Στις φυλακές Διαβατών θά βρίσκεται σέ λίγο.
Περνά τήν πύλη,
νιώθει πώς εισέρχεται στόν Άδη,
πώς έφτασε ώς έδώ,
δεν έχει ακόμη καταλάβει!
Ακολουθεί τόν φρουρό, μέ τό κεφάλι σκυφτό,
τόν οδηγεί στό κελί πού ‘χει τό νούμερο 8.
Στό εξής θά μένει εκεί
μαζί μέ πέντε συγκατοίκους
καί γιά θέα θά ‘χει μόνο κάγκελα καί τοίχους.
Έρχονται κάποιες στιγμές,
που άγγίζει τήν τρέλλα,
του μπαίνουν λογισμοί,
ώς καί στή ζωή του νά θέσει τέρμα.
Ώσπου μία μέρα,
κολλάει στό έξώφυλλο ενός βιβλίου,
ήταν τό Πάθη καί Αρετές,
του πατρός Παϊσίου!
Έρχεται σ’ επαφή με την αλήθεια,
που έλευθερώνει,
νιώθει έλεύθερος,
παρόλο πού ειν’ στή φυλακή ακόμη!
Πίνει το πικρό ποτήριο μέχρι το τέλος,
καί αισίως της κοινωνίας ξαναγίνεται μέλος!