Στάση τρίτη: Και η κτίσις αγάλλεται
26 Δεκεμβρίου 2021Στην εκκλησιαστική υμνογραφία, που στην ουσία αποτελεί υπομνηματισμό του βιβλικού μηνύματος για τη σωτηρία του κόσμου, με ποιητικό και γλαφυρό τρόπο περιγράφεται το κάλλος της κτίσεως και η συμμετοχή της σε όλα τα θαυμαστά γεγονότα της θείας ενανθρώπησης. Το φυσικό περιβάλλον υπάρχει για τον άνθρωπο και ανάγει στο Δημιουργό. «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα» (Ψαλμ. 18,1), γράφει ο ψαλμωδός, ενώ ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης γράφει για τον «Ποιητή των νεφών και των κυμάτων που κοιμάται μέσα μας» (΄ΑξιονΕστι, Τα πάθη, Ανάγνωσμα β΄, στ΄).
Όμως, για να γίνει αναγωγή από το αισθητό κάλλος των κτισμάτων στον «Ωραίονκάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων» (Ψαλμ. 44,3), από την ομορφιά της δημιουργίας στον Κτίστη και Δημιουργό των απάντων, για να ξυπνήσει ο «κατ’ εικόνα Θεού» πλασμένος άνθρωπος, χρειάζονται γυμνασμένες πνευματικές αισθήσεις. Εσωτερική κάθαρση από το επαχθές βάρος και την ομίχλη των φθοροποιών παθών. ΄Ετσι η υλική δημιουργία, που αποτελεί έκφραση της προνοητικής ενέργειας του Θεού προς το τελειότερο πλάσμα του, μπορεί να γίνει πηγή έμπνευσης. Οι υμνογράφοι που διαθέτουν καθαρή καρδιά, συνδέουν την ωραιότητα της κτίσης με τη λαμπρότητα του Κτίστη και διδάσκουν τους πιστούς.
Κι ενώ με την πτώση του ανθρώπου, «η κτίση συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν» (Ρωμ. 8,22), με τη Γέννηση του Σωτήρος «τα σύμπαντα χαράς πληρούνται», διότι Χριστός ετέχθη εκ της Παρθένου». Στην υμνογραφία των Χριστουγέννων η κτίση κατέχει ουσιαστική θέση. Οι ιεροί υμνογράφοι άλλοτε την παρουσιάζουν να προευτρεπίζεται, άλλοτε να συγχορεύει, άλλοτε να ευγνωμονεί και άλλοτε να στέκεται εκστατική μπροστά στο «υπέρ λόγον και έννοιανξένον μυστήριον» της θείας συγκατάβασης.
Ουρανός και γη, άστρα και σπήλαιο, έρημος και φάτνη, όρη και δένδρα, ζώα και φυτά συμμετέχουν στο υπερφυές γεγονός της θείας συγκατάβασης και υπουργούν το θαύμα. «Ευφραίνεσθε δίκαιοι· ουρανοί αγαλλιάσθε· σκιρτήσατε τα όρη Χριστού γεννηθέντος», ψάλλει η Εκκλησία και καλεί σε θεία συνήχηση και αρμονικό συνεορτασμό τα επίγεια με τα ουράνια, τα λογικά με τα άλογα, τους αγγέλους με τους ανθρώπους.
Ο Φώτης Κόντογλου ακολουθώντας την θεσπέσια υμνογραφία της εορτής, περιγράφει το διάκοσμο της εικόνας της Γεννήσεως ως εξής: «Ο περίγυρος της αγίας ταύτης εικόνος, με τα καθέκαστά του είναι τερπνός, δια το φαιδρόν και σωτήριον μυστήριον της Γεννήσεως του Κυρίου. Ο Χρωματισμός των βουνών είναι χαριέστατος και γλυκός, με ελαφρά ισκιώματα. ΄Αγρια πρινάρια και ευώδη χόρτα, μυρσίνες, θυμάρια και άλλα, στολίζουν ταπεινά τους βράχους, όπως τα βλέπει κανένας εις τα ευλογημένα βουνά της πατρίδος μας» (΄Εκφρασις… σ.158).
Μέσα από μια αντιθετική εικόνα διδάσκει η Υμνολογίατην αξία της υψοποιού ταπείνωσης. «Λαθών ετέχθης υπό το Σπήλαιον, αλλ΄ ουρανός σε πάσινεκήρυξεν, ώσπερ στόμα, τον Αστέρα προβαλλόμενος Σωτήρ». Όπως ο Χριστός γεννιέται μυστικά στο ταπεινό σπήλαιο και ο ουρανός αναγγέλλει με το λαμπερό αστέρι σε όλους τον Σωτήρα, έτσι και κάθε πιστός που εκουσίως ταπεινώνεται, γίνεται ουράνιος άνθρωπος. Στην ίδια γραμμή ο Γρηγόριος Θεολόγος ερμηνεύοντας το «μυστήριο της θείας οικονομίας» ομιλεί για υψοποιό κένωση και «θεία πτωχεία», προκειμένου ο άνθρωπος να ανέλθει προς το Θεό, πληρούμενος δια της «αυτού θεότητος».
Στον εσπερινό των Χριστουγέννων μέσα από έναν ύμνο του ΑνατολίουΠατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (5ος αιώνας) παρουσιάζονται όλα τα κτίσματα να προσκομίζουν στο νεογέννητο Χριστό την ευχαριστία τους: «οι άγγελοι τον ύμνον· οι ουρανοί τον Αστέρα· οι Μάγοι τα δώρα· οι ποιμένες το θαύμα· η γη το σπήλαιον· η έρημος την φάτνην· ημείς δε μητέρα Παρθένον». Μέσω της Παναγίας, που εκπροσωπεί το ανθρώπινο γένος, ανακαινίζεται ολόκληρη η δημιουργία και η «κτίσις αγάλλεται».
Κι εδώ θα ήθελα να σας μεταφέρω τα λόγια ενός νεότερου χαρισματικού Αγίου της Εκκλησίας μας, του Οσίου ΠορφυρίουΚαυσοκαλυβίτου για το κάλλος της κτίσεως και για τη βοήθεια που μπορεί να προσφέρει να συναντήσουμε στη Βηθλεέμ, την Εκκλησία τον Χριστό: «Να χαίρεσθε όσα μας περιβάλλουν. Όλα μας διδάσκουν και μας οδηγούν στον Θεό. Όλα γύρω μας είναι σταλαγματιές της αγάπης του Θεού. Και τα έμψυχα και τα άψυχα και τα φυτά και τα ζώα και τα πουλιά και τα βουνά και η θάλασσα και το ηλιοβασίλεμα και ο έναστρος ουρανός. Είναι οι μικρές αγάπες, μέσα απ’ τις οποίες φθάνομε στη μεγάλη Αγάπη, τον Χριστό. Τα λουλούδια, για παράδειγμα, έχουν την χάρη τους, μας διδάσκουν με το άρωμά τους, με το μεγαλείο τους. Μας μιλούν για την αγάπη του Θεού. Σκορπούν το άρωμά τους, την ομορφιά τους σε αμαρτωλούς και δικαίους.
Για να γίνει κανείς Χριστιανός, πρέπει να έχει ποιητική ψυχή, πρέπει να γίνει ποιητής. «Χοντρές» ψυχές κοντά Του ο Χριστός δεν θέλει. Ο Χριστιανός, έστω και μόνο όταν αγαπάει, είναι ποιητής, είναι μες στην ποίηση. Την αγάπη ποιητικές καρδιές την ενστερνίζονται, τη βάζουν μέσα στην καρδιά τους, την αγκαλιάζουν, την νιώθουν βαθιά…
Η φύση είναι το μυστικό Ευαγγέλιο. Όταν, όμως, δεν έχει κανείς εσωτερική Χάρη, δεν τον ωφελεί η φύση. Η φύση μας ξυπνάει, αλλά δεν μπορεί να μας πάει στον Παράδεισο.Ο πνευματέμφορος, αυτός που έχει το Πνεύμα του Θεού, προσέχει όπου περνάει, είναι όλο μάτια, όλο όσφρηση. Όλες του οι αισθήσεις ζούνε, αλλά ζούνε με το Πνεύμα του Θεού. Είναι αλλιώτικος. Όλα τα βλέπει κι όλα τ’ ακούει· βλέπει τα πουλιά, την πέτρα, την πεταλούδα…. Περνάει από κάπου, αισθάνεται το καθετί, ένα άρωμα, για παράδειγμα. Ζει μέσα σε όλα· στις πεταλούδες, στις μέλισσες κ.λπ. Η Xάρις τον κάνει να είναι προσεκτικός. Θέλει να είναι μαζί με όλα».
Σε εποχή πολυλογίας, αργολογίας και πληθωρισμού ακόμη και του εκκλησιαστικού λόγου είναι σχεδόν αδύνατο να εκτιμηθεί η αξία της σιωπής, καθώς και τα μυστικά ακροάματα του Πνεύματος και η θεία παιδαγωγία της κτίσεως. Όλοι κινδυνεύουμε να χάσουμε το δρόμο προς την Βηθλεέμ και έχουμε ανάγκη από φωτεινό αστέρι. Είναι δύσκολο στη σύγχρονη ορθολογιστική εποχή να προσεγγίσει κάποιος τη θεία Γέννηση όπως ο Ιωσήφ. Εκείνος όμως, που θα υπερβεί το κέλυφος της ανθρώπινης λογικής και θα λευκάνει την καρδιά του, θα γευθεί έστω και αμυδρά την παρουσία του «πτωχεύσαντος δι’ ημάς» Λυτρωτή.Θα γευθεί μυστικά την καθαρτική, φωτιστική και θεοποιόθεία ενέργεια. Θα σκιρτήσει ο Χριστός «ένδον, εν τη καρδία του».