Μεγαλομάρτυς Κυριακή, Εμφάνιση του Χριστού και άλλα θαυμαστά γεγονότα κατά το μαρτύριό της
7 Ιουλίου 2024
Αγία Μεγαλομάρτυς Κυριακή. Τοιχογραφία, Παλαιά Μητρόπολη Βέροιας.
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Βλέπων δε ο Ιλαρίων ότι δεν κατορθώνει τίποτε, μάλλον δε ότι εγίνετο γενναιοτέρα η Αγία με τας τοιαύτας βασάνους, καθώς ο καλός σίδηρος εις το ύδωρ, διέταξε να καταβιβάσωσιν αυτήν και να την οδηγήσωσιν εις την φυλακήν.
Κατά δε την νύκτα εις την φυλακήν φαίνεται ο Χριστός εις την Αγίαν, λέγων εις αυτήν:
«Μη φοβού, Κυριακή, τας βασάνους, διότι η χάρις μου θέλει είναι μετά σου, να σε λυτρώνη από πάντα πειρασμόν».
Ταύτα ειπών ο Χριστός και ιασάμενος τας πληγάς αυτής, ανελήφθη εις τους ουρανούς.
Κατά δε την επαύριον, αποστείλας ο Ιλαρίων στρατιώτας, έφερε την Αγίαν εις το κριτήριον. Ως δε είδεν αυτήν όλως υγιά, εθαύμασε και είπε προς αυτήν:
«Μοι φαίνεται, ότι όλοι οι περιεστώτες εννοούσι [αυτοί που βρίσκονται εδώ καταλαβαίνουν] το ότι οι μεγάλοι θεοί πολύ σε αγαπώσι, διότι ιδού. Διά να λυπηθώσι την ωραιότητά σου, ιάτρευσαν τας πληγάς σου, διά να μη έχης ασχημίαν τινά. Μη λοιπόν φανής αχάριστος προς αυτούς, αλλ’ ελθέ μετ’ εμού εις τον ναόν αυτών και προσκύνησον αυτούς».
Ως ήκουσε ταύτα, απεκρίθη η Αγία:
«Δεν είναι οι θεοί σου, Ιλαρίων, εκείνοι οι οποίοι έδωκαν εις εμέ την υγείαν μου, αλλ᾽ ο Χριστός μου, ο αληθής Θεός, τον οποίον πιστεύω και προσκυνώ. Αλλ’ επειδή θέλεις να μεταβώμεν εις τον ναόν των θεών σου, ας υπάγωμεν να ίδωμεν ποίους θεούς λέγεις να προσκυνήσω».
Ταύτα ακούσας ο Ιλαρίων εχάρη, διότι ενόμισεν ότι η Αγία μετενόησεν.
Αφ’ ου δε εισήλθον εις τον ναόν, η Αγία έκλινε τα γόνατα και είπε προσευχομένη:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός μου, ο μόνος έχων την εξουσίαν του ουρανού και της γης, επάκουσόν μου της δούλης Σου και ας κρημνισθώσι τα είδωλα ταύτα, τα άψυχα, ίνα γνωρίσωσιν οι περιεστώτες ότι Συ ει μόνος αληθινός Θεός».
Ταύτα της Αγίας ειπούσης, ευθύς σεισμός μέγας εγένετο και εκρημνίσθησαν πάντα τα είδωλα, και συνετρίβησαν εις τεμάχια, οπότε ελθών ισχυρός ανεμοστρόβιλος διεσκόρπισε ταύτα.
Τότε οι μεν άλλοι Έλληνες εφοβήθησαν και φεύγοντες εξήλθον του ναού. Μόνον ο έπαρχος Ιλαρίων, αντί να πιστεύση εις τον Χριστόν, ίστατο και εβλασφήμει κατ’ Αυτού ως αφανίσαντος τους θεούς του.
Αλλ’ επήλθεν εις αυτόν σύντομος η θεία δίκη, διότι, αστραπή εκ του ουρανού πεσούσα, κατέκαυσε το πρόσωπον αυτού και ευθύς, πεσών κατά γης, απέθανεν. Ούτω κακώς αποθανών ο κάκιστος Ιλαρίων, απήλθεν εις την αιώνιον κόλασιν.
Μετά τον θάνατον του Ιλαρίωνος ήλθεν άλλος έπαρχος εις την Βιθυνίαν, Απολλώνιος ονόματι, όστις, ακούσας περί της Αγίας Κυριακής, ότι κηρύττει παρρησία τον Χριστόν και ότι διδάσκει τους ανθρώπους να επιστρέφωσιν εις Αυτόν, απέστειλε στρατιώτας, οίτινες συνέλαβον αυτήν.
Ως δε ωδηγήθη προ αυτού, αυτός, πότε με κολακείας και πότε με απειλάς, ήρχισε να συζητή μετ’ αυτής. Αλλ’ η Αγία, εις ουδέν λογιζομένη τους τοιούτους λόγους, τον μεν Χριστόν ωμολόγει Θεόν αληθινόν, τα δε είδωλα εμυκτήριζε.
Τότε, θυμωθείς ο Απολλώνιος, διέταξε να ανάψωσι πυράν μεγάλην και να ρίψωσιν εντός αυτής την Αγίαν. Τι όμως συνέβη μετά ταύτα;
Ο Θεός, ο διαφυλάξας τους τρεις παίδας εν τη καμίνω ίνα μη κατακαώσιν, εθαυματούργησε και τώρα εις την Αγίαν. Διότι, ενώ η Αγία προσηύχετο, βροχή μεγάλη καταπεσούσα, χωρίς να είναι πρότερον ουδέν νέφος εις τον ουρανόν, έσβεσεν ευθύς την φλόγα εκείνην.
Από τον «Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας», μήνας Ιούλιος, τόμος 7ος.