Άγιος Αθανάσιος: Oι ποιητές διηγούνται τους έρωτες και τις αισχρότητες του Δία, τις παιδεραστίες των υπολοίπων, τις ερωτικές ζηλοτυπίες των γυναικών…

31 Ιουλίου 2024

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αθανασίου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας του Μεγάλου, «Λόγος κατά ειδώλων».

Μετάφραση Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Πάπαρης (νυν Μητροπολίτης Δράμας)

 

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=403868

{…]

Πώς λοιπόν δεν θα ελεγχθούν ως άθεοι μπροστά σ’ όλους όσοι θεωρούνται και από την ίδια την Αγία Γραφή ασεβείς;

Ή πώς δεν είναι κακότυχοι όσοι τόσο φανερά αποδεικνύεται ότι λατρεύουν τα άψυχα αντί τα αληθινά;

Τι ελπίδα έχουν και ποιός μπορεί να τους συγχωρήσει, αφού πιστεύουν σε μη λογικά και ψεύτικα όντα, αντί να προσκυνούν τον αληθινό Θεό;

Μακάρι ο τεχνίτης να έφτιαχνε τους θεούς τους χωρίς μορφή, ώστε να μην είναι ολοφάνερη η απόδειξη της αδιαντροπιάς τους. Διότι θα ξεγελούσαν τους απλοϊκούς ότι δήθεν τα είδωλα καταλαβαίνουν, αν βέβαια τα αισθητήρια όργανά τους (μάτια, μύτες, αυτιά, χέρια και στόμα) δεν ήταν ανίκανα να κινηθούν και να χρησιμοποιήσουν τις αισθήσεις τους για ν’ αντιληφθούν τα αισθητά αντικείμενα.

Τώρα όμως τα είδωλα έχουν αισθητήρια χωρίς να αισθάνονται, πόδια χωρίς να στέκονται, και ενώ κάθονται δεν κάθονται. Διότι δεν έχουν την ενέργεια των αισθητηρίων, αλλά μένουν ακίνητοι ως θεοί όπως θέλησε ο κατασκευαστής τους. Δεν έχουν κανένα γνώρισμα του Θεού, εντελώς άψυχοι, όπως τους έφτιαξε ο τεχνίτης.

Μακάρι οι κήρυκες και μάντεις αυτών των θεών, εννοώ τους ποιητές και συγγραφείς, να τους ονομάτιζαν απλά ως θεούς και τίποτε άλλο· να μην ανέφεραν καθόλου τις πράξεις τους, διότι αυτές αποδεικνύουν ότι δεν είναι θεοί και ότι είναι αισχρή η ζωή τους. Γιατί, και με μόνο την αναφορά στο όνομα «θεός», μπορεί να γίνει υποκλοπή της αλήθειας και να ξεγελαστούν πολλοί.

Τώρα όμως, οι ποιητές διηγούνται τους έρωτες και τις αισχρότητες του Δία, τις παιδεραστίες των υπολοίπων, τiς ερωτικές ζηλοτυπίες των γυναικών, τους φόβους, τις δειλίες και τις άλλες κακίες. Μ’ όλα αυτά όμως στιγματίζουν τον εαυτό τους, ότι όχι μόνο για θεούς δεν διηγούνται αλλ’ ούτε για σεμνούς ανθρώπους και πλάθουν μύθους αισχρούς και κακούς.

Ίσως όμως, για να δικαιολογηθούν οι ασεβείς, να χρησιμοποιήσουν την ιδιότητα των ποιητών λέγοντας ότι έχουν το δικαίωμα να πλάθουν ανύπαρκτα πράγματα και ψεύτικους μύθους για ευχαρίστηση των ακροατών. Χάρη σ’ αυτό έπλασαν και τα σχετικά με τους θεούς. Κι αυτή όμως η δικαιολογία θα φανεί μετέωρη απ’ όλους τους μύθους που αραδιάζουν για τους θεούς.

Διότι, αν όλα όσα λένε οι ποιητές είναι μυθεύματα, τότε ψεύτικο θα ήταν και το όνομα του Δία, του Κρόνου, της Ήρας και των υπόλοιπων θεών. Ίσως βέβαια, όπως λένε αυτοί, και τα ονόματα να είναι πλαστά και στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καθόλου Δίας ή Κρόνος ή Άρης. Τους δημιουργούν οι ποιητές, για να ξεγελούν τους ακροατές τους.

Εφόσον όμως οι ποιητές πλάθουν αυτούς που δεν υπάρχουν, πώς θα τους θεωρούμε αληθινούς θεούς; Ή μήπως θα μας πουν ότι δεν πλάθουν ψευδή ονόματα, αλλά ψευδείς πράξεις σε βάρος τους; Κι αυτό όμως δεν αποτελεί ισχυρό επιχείρημα για να τους απαλλάξει στην απολογία τους. Διότι, αν πλάθουν ψεύτικες πράξεις, ψεύτικα θα είναι και τα ονόματα των πρωταγωνιστών.

Το αντίθετο: αν λένε αλήθεια στα ονόματα, οπωσδήποτε αληθινές θα είναι και οι πράξεις. Άλλωστε αυτοί που πλάθουν τους μύθους των θεών γνωρίζουν πολύ καλά και ποιά πρέπει να είναι τα έργα τους. Ποτέ δεν θα απέδιδαν ανθρώπινες ιδιότητες στους θεούς· όπως δεν αποδίδει κανείς την ιδιότητα της φωτιάς στο νερό· η μία είναι καυτή και το άλλο ψυχρό. Αν οι πράξεις των θεών είναι αντάξιές τους, τότε θα ήταν θεοί και όσοι τις έκαμαν.

Αν όμως οι πράξεις της μοιχείας και οι παρόμοιες χαρακτηρίζουν κακούς ανθρώπους, τότε οι δράστες τους είναι άνθρωποι και όχι θεοί. Διότι οι πράξεις πρέπει να συμφωνούν με τη φύση του δράστη τους· ώστε η ενέργεια να φανερώση τον δράστη και η πράξη να γίνει αντιληπτή απόβτην ουσία της.

Όπως ακριβώς συμβαίνει με κάποιον που μιλάει για το νερό και τη φωτιά· αναφέροντας τις ενέργειές τους, δεν λέει ότι το νερό καίει ούτε ότι η φωτιά ψυχραίνει. Παρόμοια, σχετικά με τον ήλιο και τη γη, δεν λέει ότι η γη φωτίζει και ο ήλιος βγάζει βότανα και καρπούς· αν έλεγε κάτι τέτοιο, θα ξεπερνούσε κάθε τρέλα.

Έτσι λοιπόν οι δικοί τους ποιητές και μάλιστα ο πιο σπουδαίος (εννοεί τον Όμηρο), αν πίστευαν ότι ο Δίας και οι λοιποί είναι θεοί, δεν θα τους απέδιδαν τέτοιου είδους πράξεις. Διότι αυτές αποδείχνουν ότι δεν είναι θεοί αλλά περισσότερο άνθρωποι, καί μάλιστα χωρίς αρετή.

Αν όμως κατηγορείς τους ποιητές ότι λόγω της ιδιότητάς τους λένε ψέματα, γιατί να μη λένε ψέματα και για τα κατορθώματα των ηρώων; Να πλάθουν, δηλαδή, δειλία αντί για ανδρεία και το αντίστροφο; Έπρεπε όπως είπαν ψέματα για τον Δία και την Ήρα, έτσι να προσάπτουν ψευδώς στον Αχιλλέα δειλία ενώ στο Θερσίτη (ο πιο δειλός Έλληνας στην εκστρατεία της Τροίας) δύναμη· να συκοφαντούν τον Οδυσσέα για επιπολαιότητα και τον σοφό Νέστορα για παρανοϊκότητα.

Να διηγούνται για τον Διομήδη και τον Έκτορα γυναικείες (δειλές) πράξεις, ενώ για την Εκάβη (γυναίκα του Πριάμου που δείλιασε στην αιχμαλωσία της) ανδρεία. Εφόσον λένε αυτοί ότι οι ποιητές πλάθουν ψέμματα, θα έπρεπε για όλες τις περιπτώσεις να το κάνουν.