Ένας θρησκευόμενος χάνει το τέλειο
27 Νοεμβρίου 2024Σχόλιο στο Ευαγγέλιο της Κυριακής ΙΓ΄ Λουκά
Ένας άνθρωπος ρωτά με ειρωνεία, για να τον πειράξει το Διδάσκαλο, τι να κάμει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Τον παραπέμπει στις εντολές που ως Ιουδαίος γνώριζε: μη μοιχεύσεις, μη φονεύσεις, μην κλέψεις, μη ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα και τη μητέρα σου.
Κι όταν αποκαλύπτει ότι όλες αυτές τις τηρούσε από τη νεότητά του, κι όμως μέσα του του έλειπε η πληρότητα, η όντως ζωή, ο Χριστός του δείχνει το δρόμο: πώλησέ τα όλα όσα έχεις, δώσέ τα στους φτωχούς και ακολούθησέ με.
Ακούει τη λύση στο υπαρξιακό του πρόβλημα αλλά δεν την εφαρμόζει. Απεναντίας, «περίλυπος εγένετο», γιατί δεν ήθελε να αποχωριστεί τα πλούτη του. Τελικά, χάνει την αιώνια ζωή.
Στο ερώτημα των μαθητών πως μπορεί κανείς να νικήσει τα βαριά πάθη, ο Κύριος απαντάμέ το: «τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ».
Φαίνεται πως τα θρησκευτικά καθήκοντα χωρίς την απαλλαγή από ο,τιμάς δεσμεύει ως πάθος, δεν είναι ικανά να γεμίσουν την καρδιά και την ύπαρξή μας από τη χαρά του Παραδείσου.
Τα πάθη, ωστόσο, κληρονομικά ή επίκτητα, συνθλίβουν το πρόσωπο και του απομυζούν την ποιότητα της ζωής, της νυν και της μελλούσης. Παλεύεις, θέλεις να ελευθερωθείς, μα εισπράττεις την απογοήτευση, καθώς γνωρίζεις την αδυναμία σου.
Αν καταφύγεις στο Θεό, το μόνο δυνάμενο, με ταπείνωση και αναγνώριση της αδυναμίας σου, τότε θα καταλάβεις εμπειρικά πως όλα είναι «δυνατά παρά τώΘεώ».
Και αν το πάθος φαίνεται πιο δυνατό από τό Θεό, ας ερευνήσουμε το βάθος της καρδιάς μας αν δείχνει ταπεινό το φρόνημα, ίδιον θέλημα, λάθος αγώνα. Και αν αυτά δεν υπάρχουν, ας δεχτούμε το πάθος ως μέσο ταπείνωσης και άρα σωτηρίας.