Ηγούμενος Αθανάσιος Γρηγοριάτης, Το πνευματικό του μεγαλείο!

28 Δεκεμβρίου 2024

Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Γρηγοριάτης (1874-1954)

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Ο π. Αθανάσιος υπήρξε σεβάσμια μορφή, που θύμιζε τους παλαιούς Πατέρες της Θηβαΐδας. Όποιος τον αντίκριζε εντυπωσιαζόταν αμέσως από την έκφραση του προσώπου του. Η γαλήνη και η σιωπή λες και ήταν μόνιμα χαραγμένες σ’ αυτό.

Υπήρξαν περιπτώσεις που στις συνάξεις της Γεροντίας μερικοί ιδιότροποι Γέροντες με τις θέσεις τους τον έθλιβαν πολύ. Αυτός όμως έμενε ατάραχος και μόλις τελείωνε η σύναξη, για να ξεκουραστεί ψυχικά, πήγαινε στην εκκλησία και έψαλλε.

Πάνω από όλα τοποθετούσε την υπομονή και την ειρήνη. Την χάρη της σιωπής προσπαθούσε να την μεταδώσει και στους υποτακτικούς του. Έλεγε συχνά:
«Με την σιωπή σώζεται κανείς από πολλά κακά».

Είχε το χάρισμα να απαλλάσσει τις ψυχές από το δαιμόνιο της λύπης.

Κάποτε ένας Νεοσκητιώτης ιερομόναχος ταλαιπωρήθηκε πολύ με έναν πειρασμό και έφθασε στο σημείο να μην τολμά πλέον να λειτουργήσει. Την τελευταία φορά που λειτούργησε δυσκολεύτηκε να τελειώσει και πηγαίνοντας να εξομολογηθεί σκεπτόταν ότι το επιτίμιο θα ήταν μεγάλο. Ο π. Αθανάσιος καταλαβαίνοντας τον ασφυκτικό κλοιό της λύπης τον έσπασε αμέσως.
– Μπράβο, του λέει. Έτσι ταπεινούς τους θέλω τους ιερείς που εξομολογούνται σ’ εμένα. Ταπεινούς και με συναίσθηση της αναξιότητάς τους. Σε συγχαίρω. Και το επιτίμιο που σου βάζω είναι να αρχίσεις από αύριο να λειτουργείς.

Το πετραχήλι του, κάτω από το οποίο πολυάριθμες ψυχές βρήκαν παρηγοριά και ειρήνη, σώζεται σήμερα στο κελλί ενός μοναχού και συχνά ευωδιάζει. Όταν δε το αγγίξει στο κεφάλι του κάποιος μοναχός που ταλαιπωρείται από λογισμούς λύπης και ταραχής, αμέσως γαληνεύει.

Στις σχέσεις του με τους άλλους τον διέκρινε πολλή ευγένεια. Και τους πιο μικρούς μοναχούς της Μονής τους αποκαλούσε προτάσσοντας στο όνομά τους το «πάτερ» ή το «γέρων». Ποτέ δεν τους φώναζε με το όνομά τους μόνο. Διηγείται ένας παλιός εκκλησιαστικός:

«Χρειαζόταν ένα καντηλοκέρι και δεν το έπαιρνε μόνος του, αλλά το ζητούσε ταπεινά από μένα.
– Μα Γέροντα, του έλεγα, τι το ζητάς από μένα. Εσύ είσαι Ηγούμενος. Μπορείς να το πάρεις μόνος σου.

– Όχι παιδί μου. Μη σκέπτεσαι έτσι. Στο διακόνημά σου είσαι εσύ Ηγούμενος, απαντούσε.

Η πτωχεία, η στέρηση είναι αναπόσπαστα από την ζωή του μοναχού. Και ο π. Αθανάσιος ήταν συνεπής και με αυτή την αρετή. κάποτε, σε προχωρημένη ηλικία δέχθηκε επίσκεψη από τον διάδοχό του Ηγούμενο. Ο Γέροντας Βησσαρίων πρόσεξε ότι δεν έβαλε ζάχαρη στον καφέ που εκείνη την στιγμή έφτιαχνε.

Στην σχετική ερώτηση γιατί δεν έβαλε ζάχαρη, απάντησε ότι δεν έχει. Συγκινημένος από την εκούσια στέρηση του Γέροντα, αφού το Μοναστήρι παρείχε την δυνατότητα να έχουν όλοι οι πατέρες τον καφέ τους και την ζάχαρη, φρόντισε να του φέρουν ζάχαρη. Εκείνος όμως δεν την δέχτηκε λέγοντας: «Δεν έχω μέχρι τώρα στερηθεί τίποτα και τι θα πω στον Θεό για την πτωχεία που πρέπει να έχει ο μοναχός;».

 

Απόσπασμα από το βιβλίο τη σειράς «Σύγχρονες Αγιορείτικες μορφές, Αθανάσιος Γρηγοριάτης» .