Μέγας Βασίλειος, Όταν συνάντησε τον ενάρετο Ιερέα και η θεραπεία του κρυμμένου λεπρού

1 Ιανουαρίου 2025

Άγιος Βασίλειος ο Μέγας.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Ηθέλησέ ποτε [κάποτε] ο Άγιος να μεταβή εις τινα [κάποια] πόλιν της επαρχίας του, εις την οποίαν υπηρέτει Ιερεύς τις [κάποιος], Αναστάσιος ονομαζόμενος, άνθρωπος δίκαιος και ενάρετος. Εκτός δε της εγκρατείας και της νηστείας, τας οποίας ακριβώς εφύλαττεν, είχε και σύζυγον, Θεογνωσίαν καλουμένην, την οποίαν ουδόλως εγνώρισεν ως γυναίκα επί τεσσαράκοντα έτη, μόνον είχεν αυτήν ως αδελφήν.

Οι δε άνθρωποι της πόλεως εκείνης έλεγον, ότι είναι στείρα και δεν γεννά τέκνα.

Ακόμη και άλλην αρετήν είχεν ο Ιερεύς ούτος, ότι εκράτει εις την οικίαν του άνθρωπον ασθενούντα εκ λώβης [λέπρα], τον οποίον επεριποιείτο και εθεράπευεν αυτός και η πρεσβυτέρα αυτού, χωρίς ουδείς να γνωρίζη τι.

Ότε δε εξεκίνησεν ο Άγιος διά την οδοιπορίαν αυτού, ο Ιερεύς Αναστάσιος επληροφορήθη τούτο διά Πνεύματος Αγίου και είπεν εις την πρεσβυτέραν αυτού· «Αδελφή μου, εγώ θέλω μεταβή εις τον αγρόν μας, επειδή είναι ανάγκη. Σήμερον δε έρχεται ο Δεσπότης ημών και την τάδε ώραν να εξέλθης μετά θυμιάματος και λαμπάδων, ίνα τον προϋπαντήσης».

Ως δε εξήλθεν η Θεογνωσία, κατά την ώραν εκείνην την οποίαν ώρισεν εις αυτήν ο Αναστάσιος, ιδού έφθασε και ο Άγιος και είπε προς αυτήν· «Πώς έχεις, κυρία Θεογνωσία;».

Αύτη δε εκπλαγείσα διά την κλήσιν του ονόματος αυτής, απεκρίθη· «Καλώς, Δέσποτα Άγιε».

Ηρώτησε κατόπιν αυτήν ο Άγιος· «Πού είναι ο κύριος Αναστάσιος, ο πρεσβύτερος αδελφός σου;».

Απεκρίθη εκείνη· «Σύζυγός μου είναι, Δέσποτα, και έχει μεταβή εις τον αγρόν διά να εργασθή».

Είπε τότε ο Άγιος· «Ούτος ήλθε και είναι εντός της οικίας, μη στείλης λοιπόν ανθρώπους να τον καλέσουν».

Ακούσασα η Θεογνωσία ταύτας τας προφητείας του Αγίου, έπεσεν εις τους πόδας αυτού μετά δακρύων ειπούσα· «Εύχου υπέρ εμού της αμαρτωλής, Δέσποτα Άγιε, διότι βλέπω εις σε μεγάλα και θαυμαστά».

Ευχηθείς δε ταύτην ο Άγιος εισήλθεν εις τον οίκον αυτής. Προϋπήντησε δε αυτόν έξω της θύρας και ο Ιερεύς Αναστάσιος.

Αφού δε ο Άγιος εκάθησεν, είπεν εις τον Ιερέα. «Διηγήθητί μας, κύριε Αναστάσιε, τας αρετάς σου, προς ωφέλειαν των παρισταμένων Χριστιανών».

Απεκρίθη τότε ο Αναστάσιος· «Αμαρτωλός άνθρωπος είμαι, Δέσποτα Άγιε. Ποίαν αρετήν ζητείς απ’ εμού; Τούτο δε λέγω εις την αρχιερωσύνην σου ότι έχω δύο άροτρα και το μεν εν εργάζομαι εγώ, το δε άλλο ο δούλός μου. Από δε το προϊόν κρατούμεν όσον αρκεί διά να εξοικονομηθώμεν εις τον χρόνον, το δε υπόλοιπον δίδομεν εις τους πτωχούς. Έχω δε και την σύζυγόν μου και δούλην σου, ήτις με υπηρετεί».

«Μη την λέγης σύζυγόν σου, είπεν ο Άγιος, αλλά κάλεσον αυτήν αδελφήν σου, καθώς πράγματι είναι, ειπέ μοι δε και τας άλλας αρετάς σου».

Απεκρίθη τότε ο Ιερεύς Αναστάσιος· «Καμμίαν αρετήν δε έχω, Δέσποτά μου, και είμαι έρημος πάσης αγαθοεργίας».

Λέγει τότε ο Άγιος· «Εγέρθητι και ελθέ μετ’ εμού».

Ως λοιπόν έπραξε τούτο ο Ιερεύς, ωδήγησεν αυτόν ο Άγιος εις το κελλίον, όπου είχε τον ασθενούντα κεκλεισμένον και είπεν εις αυτόν· «Άνοιξον την θύραν ταύτην».

Απεκρίθη ο πρεσβύτερος· «Μη εισέλθης, Άγιε του Θεού, διότι ο τόπος είναι μεμολυσμένος».

«Και εγώ τοιούτον τόπον χρειάζομαι», είπεν ο Άγιος.

Επειδή δε ο Ιερεύς δεν ηθέλησε να ανοίξη την θύραν, ίνα μη γίνη φανερά η αρετή αυτού, διά μόνης της προσευχής του ήνοιξε ταύτην ο Άγιος και αφού εισήλθεν εντός, είπεν εις τον Αναστάσιον· «Διατί αποκρύπτεις απ᾽ εμού τον θησαυρόν τούτον»;

Απήντησεν ο πρεσβύτερος· «Είναι οργίλος και οξύθυμος, Δέσποτά μου, και εφοβήθην να σας τον παρουσιάσω μήπως είπη λόγον τινά βλάσφημον κατά σου».

Είπε τότε ο Άγιος προς τον πρεσβύτερον· «Καλώς ηγωνίσθης διά τούτον επί τόσους χρόνους, αλλ’ άφες και εμέ κατά ταύτην την νύκτα να υπηρετήσω αυτόν».

Παρέμεινε λοιπόν ο Άγιος εντός του κελλίου του ασθενούς καθ᾽ όλην την νύκτα, προσευχόμενος θερμώς προς τον Θεόν. Και ω του θαύματος! Την πρωΐαν εξήγαγεν αυτόν εκ του κελλίου τελείως θεραπευθέντα, χωρίς να έχη πλέον ουδέ το ελάχιστον σημείον της λώβης.

Ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας τιμάται την 1 Ιανουαρίου.

 

Απόσπασμα από τον «Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας», μήνας Ιανουάριος, τόμος 1ος.