Άγιος Αθανάσιος: Τώρα δεν πεθαίνουμε πλέον ως κατάδικοι, αλλά με την ελπίδα ότι θα αναστηθούμε!

7 Φεβρουαρίου 2025

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αθανασίου Αλεξανδρείας του Μεγάλου
Λόγος β’
Περί ενανθρωπήσεως

 

Α’. Σκοπός της ενανθρωπήσεως

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=415087

 

9. Εγνώριζε λοιπόν ο Λόγος ότι με κανένα άλλον τρόπον δεν θα ηδύνατο να καταλυθή η φθορά των ανθρώπων, παρά εάν οπωσδήποτε απέθνησκεν· επειδή όμως ο Λόγος που ήτο αθάνατος και Υιός του Πατρός δεν ήτο δυνατόν να αποθάνη, διά τούτο λαμβάνει διά τον εαυτόν του σώμα που να δύναται να αποθάνη, ώστε αφού αυτό γίνη μέτοχον του Λόγου που εξουσιάζει τα πάντα, να καταστή ικανόν και να αποθάνη υπέρ πάντων και να παραμείνη άφθαρτον χάρις εις τον Λόγον που κατώκησεν εντός αυτού και εις το εξής με την χάριν της αναστάσεως να παύση από όλους η φθορά.

Όθεν το σώμα που έλαβε διά τον εαυτόν του ωδήγησεν εις τον θάνατον, ως ιερόν σφάγιον και θύμα απηλλαγμένον από κάθε κηλίδα, και με την θυσίαν του καταλλήλου εξηφάνισεν αμέσως από όλους τους ομοίους τον θάνατον.

Επειδή ο Λόγος του Θεού είνε υπεράνω όλων, παρέδωκε τον ναόν του και σωματικόν όργανόν του λύτρον υπέρ της ζωής όλων και εξώφλησε το χρέος προς τον θάνατον· και έτσι συνυπάρχων διά του ομοίου σώματος με όλους τους ανθρώπους ο άφθαρτος Υιός του Θεού, ευλόγως με την υπόσχεσιν της αναστάσεως τους ενέδυσεν όλους με αφθαρσίαν.

Και αυτή ακόμη η φθορά του θανάτου δεν έχει πλέον εξουσίαν κατά των ανθρώπων, επειδή κατώκησεν εις αυτούς ο Λόγος με το ένα σώμα. Εάν π.χ. ένας μεγάλος βασιλεύς εισέλθη εις μίαν μεγάλην πόλιν και κατοικήση εις μίαν εκ των οικιών της, ολόκληρος η πόλις τιμάται με μεγάλας τιμάς και κανείς εχθρός πλέον ούτε ληστής δεν ορμά να την καταστρέψη, αλλ’ αξιώνεται πολλής φροντίδος χάριν του βασιλέως που κατώκησεν εις μίαν εκ των οικιών της.

Έτσι έγινε και με τον βασιλέα των όλων.

Διότι όταν ήλθεν εις την χώραν μας και κατώκησεν εις ένα όμοιόν μας σώμα, εις το εξής έπαυσε κάθε επιβουλή των εχθρών κατά των ανθρώπων και εξηφανίσθη η φθορά του θανάτου, η οποία παλαιότερον εξουσίαζεν εναντίον μας. Και θα επήγαινε χαμένον το ανθρώπινον γένος, εάν δεν ήρχετο ο Δεσπότης των πάντων και Σωτήρ Υιός του Θεού με σκοπόν να αποθάνη.

10. Αυτό το μέγα έργον ήρμοζε πράγματι και εις την αγαθότητα του Θεού. Ένας βασιλεύς π.χ., εάν κατασκευάση μίαν οικίαν ή πόλιν, και εξ αιτίας της αδιαφορίας των κατοίκων της αυτή πολεμήται από ληστάς, αυτός οπωσδήποτε δεν αδιαφορεί, αλλά διεκδικεί και διασώζει το έργον του, επειδή δεν εξετάζει την αδιαφορίαν των κατοίκων αλλά το καθήκον του.

Πολύ περισσότερον ο Θεός Λόγος του παναγάθου Πατρός δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινον γένος, το δημιούργημά του, να κατέρχεται εις την φθοράν, αλλά τον θάνατον που είχε συμβή εξηφάνισε διά της προσφοράς του ιδικού του σώματος και διώρθωσε την αδιαφορίαν διά της διδασκαλίας του και επετέλεσεν όλα τα ανθρώπινα διά της δυνάμεώς του.

Αυτά δύναται να τα διαπιστώση κανείς και από τους θεολόγους άνδρας του Σωτήρος, εάν μελετήση τα γραπτά των, όπου λέγουν· «Η γαρ αγάπη του Χριστού συνέχει ημάς κρίναντας τούτο, ότι, ει εις υπέρ πάντων απέθανεν, άρα οι πάντες απέθανον· και υπέρ πάντων απέθανεν, ίνα ημείς μηκέτι εαυτοίς ζώμεν, αλλά τω υπέρ ημών αποθανόντι και αναστάντι» (Β΄ Κο 5,14-15) εκ των νεκρών, τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ· και πάλιν· «Τον δε βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένον βλέπομεν Ιησούν διά το πάθημα του θανάτου δόξη και τιμή εστεφανωμένον, όπως χάριτι Θεού υπέρ παντός γεύσηται θανάτου» (Εβ 2, 9).

Έπειτα δηλώνει και την αιτίαν διά την οποίαν όχι άλλος αλλ’ αυτός ο Θεός Λόγος έπρεπε να ενανθρωπήση, λέγων· «Έπρεπε γαρ αυτώ, δι’ ον τα πάντα και δι’ ου τα πάντα, πολλούς υιούς εις δόξαν αγαγόντα, τον αρχηγόν της σωτηρίας αυτών διά παθημάτων τελειώσαι» (Εβ 2, 10).

Με αυτό φανερώνει ο απόστολος, ότι κανείς άλλος δεν ηδύνατο να αποσπάση τους ανθρώπους από την φθοράν, παρά ο Θεός Λόγος ο οποίος και εξ αρχής τους είχε δημιουργήσει.

Και ακόμη το ότι έλαβε σώμα ο Λόγος, διά να το θυσιάση υπέρ των ομοίων σωμάτων, και αυτό το διδάσκουν λέγοντες· «Επεί ουν τα παιδία κεκοινώνηκεν αίματος και σαρκός, και αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών, ίνα διά του θανάτου καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον, και απαλλάξη τούτους, όσοι φόβω θανάτου διά παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας» (Εβ 2, 14-15).

Διότι με την θυσίαν του σώματός του και τον εναντίον μας νόμον κατήργησε και μας εγκαινίασεν αρχήν ζωής, αφού μας έδωκε την ελπίδα της αναστάσεως. Επειδή λοιπόν εξ αιτίας των ανθρώπων εβασίλευσεν ο θάνατος εις τους ανθρώπους, διά τούτο πάλιν διά της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου έγινεν η κατάργησις του θανάτου και η ανάστασις της ζωής, καθώς λέγει και ο χριστοφόρος ανήρ· «Επειδή γαρ δι’ ανθρώπου θάνατος, και δι’ ανθρώπου ανάστασις νεκρών, ώσπερ γαρ εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκουσιν, ούτω και εν τω Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται» (Α΄ Κο 15, 21-22)· και τα εξής.

Τώρα δεν αποθνήσκομεν πλέον ως κατάδικοι, αλλά με την ελπίδα ότι θα αναστηθώμεν, περιμένομεν την κοινήν ανάστασιν όλων, την οποίαν ο Θεός, ο οποίος την ενήργησε και μας την εχάρισε, θα φανερώση εις τους καιρούς που ώρισεν αυτός.

Αυτή λοιπόν είνε η πρώτη αιτία της ενανθρωπήσεως. Όμως θα ηδύναντο κανείς να καταλάβη, ότι ευλόγως έγινεν η αγαθή του παρουσία εις ημάς, και από τα επόμενα.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο Αθανασίου Αλεξανδρείας του Μεγάλου «Άπαντα τα έργα, τόμος 1, Απολογητικά», εισαγωγή Παναγιώτης Χρήστου κείμενο, μετάφραση, σχόλια Στέργιος Σάκκος.