Πάλιν ο Μωυσής είπε· «θερμώς σε παρακαλώ, Κύριε, ανάδειξε κάποιον άλλον ικανόν, τον οποίον και να αποστείλης διά το έργον αυτό»

22 Σεπτεμβρίου 2024

Προφήτης Μωυσής.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Προφήτης Μωυσής
Κεφάλαιο 4

 

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=407220

 

Εξ. 4,1 Ο Μωυσής απήντησε προς τον Θεόν· «εάν δεν με πιστεύσουν, εάν δεν υπακούσουν εις τα λόγια μου, διότι είναι ενδεχόμενον να είπουν ότι δεν εφανερώθη εις σε ο Θεός, τι θα απαντήσω εγώ τότε προς αυτούς;»

Εξ. 4,2 Του είπε δε ο Κύριος· «τι είναι αυτό που κρατάς στο χέρι σου;» Εκείνος είπε· «ράβδος».

Εξ. 4,3 Του είπεν ο Θεός· «ρίψε αυτήν κατά γης». Ο Μωυσής την έρριψεν εις την γην και η ράβδος έγινεν όφις. Ο Μωυσής φοβηθείς έφυγεν από τον όφιν αυτόν.

Εξ. 4,4 Είπε τότε ο Θεός στον Μωυσήν· «άπλωσε το χέρι σου και πιάσε το φίδι από την ουράν». Όταν ο Μωυσής το έπιασεν, έγινεν ο όφις στο χέρι του πάλιν ράβδος.

Εξ. 4,5 «Αυτό το σημείον θα κάμης, διά να πιστεύσουν τους λόγους σου οι Εβραίοι, ότι όντως εφανερώθη εις σε ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ».

Εξ. 4,6 Είπε δε πάλιν εις αυτόν ο Κύριος· «βάλε το χέρι σου στον κόρφον σου». Ο Μωυσής εισήγαγε το χέρι του στον κόρφον του, το έβγαλε από τον κόρφον του και έγινε το χέρι του λευκό, ωσάν το χιόνι.

Εξ. 4,7 Του είπε πάλιν ο Θεός· «βάλε το χέρι σου στον κόρφον σου». Έβαλε το χέρι του στον κόρφον του, το έβγαλεν από εκεί, και το χέρι του αποκατεστάθη και πάλιν εις την φυσικήν του προτέραν υγιά χροιάν.

Εξ. 4,8 «Εάν δε δεν σε πιστεύσουν, και δεν πεισθούν εις την μαρτυρίαν του πρώτου θαύματος, θα πιστεύσουν εις την μαρτυρίαν του δευτέρου θαύματος.

Εξ. 4,9 Εάν όμως δεν πιστεύσουν εις τα δύο αυτά σημεία και δεν υπακούσουν εις τα λόγια σου, τότε θα πάρης νερό από τον ποταμόν, θα το χύσης στο ξηρόν έδαφος και θα γίνη το νερό, που θα έχης λάβει από τον ποταμόν, αίμα επάνω στο ξηρόν έδαφος».

Εξ. 4,10 Περιδεής ο Μωυσής διά την σοβαρότητα της αποστολής του είπε προς τον Θεόν· «Κύριε, σε παρακαλώ θερμώς, δεν έχω την ικανότητα εγώ να ομιλώ ούτε από την χθεσινήν ημέραν ούτε από την προχθεσινήν, από πολύν δηλαδή χρόνον, και μάλιστα από την στιγμήν, που ήρχισες συ ο Θεός να ομιλής προς εμέ τον δούλον σου! Εγώ έχω αδύνατον την φωνήν, είμαι δε και βραδύγλωσσος».

Εξ. 4,11 Είπεν ο Κύριος προς τον Μωυσήν· «ποιος έδωκε στόμα στον άνθρωπον, ποιος έκαμε βαρήκοον και κωφόν, βλέποντα ή τυφλόν; Ουχί εγώ ο Θεός;

Εξ. 4,12 Και τώρα πήγαινε και εγώ θα ανοίξω το στόμα σου και θα σε καθοδηγήσω περί του τι πρέπει να είπης».

Εξ. 4,13 Πάλιν ο Μωυσής είπε· «θερμώς σε παρακαλώ, Κύριε, ανάδειξε κάποιον άλλον ικανόν, τον οποίον και να αποστείλης διά το έργον αυτό».

Εξ. 4,14 Ωργίσθη ο Θεός εναντίον του Μωυσέως και του είπεν· «ιδού ο Ααρών ο Λευΐτης δεν είναι αδελφός σου; Σου καθιστώ γνωστόν ότι αυτός αντί σου θα ομιλή. Αυτός θα εξέλθη εις συνάντησίν σου και όταν σε ίδη, θα χαρή με όλην του την καρδιά.

Εξ. 4,15 Συ θα ομιλής προς αυτόν και θα θέτης τα λόγια μου στο στόμα του. Εγώ θα ανοίξω το στόμα σου και το στόμα εκείνου και θα σας καθοδηγήσω εις εκείνα, τα οποία θα κάμετε.

Εξ. 4,16 Αυτός θα ομιλή αντί σου προς τον λαόν, αυτός θα είναι το στόμα σου, συ δε θα είσαι εις αυτόν αντί του Θεού, διότι από εμέ θα λαμβάνης και θα μεταφέρης τας εντολάς.

Εξ. 4,17 Την δε ράβδον αυτήν, η οποία μετεβλήθη εις όφιν, θα πάρης στο χέρι σου, και με αυτήν θα κάμης τα σημεία, που σου είπα».

Εξ. 4,18 Υπήκουσεν ο Μωυσής εις την διαταγήν του Θεού, ανεχώρησεν από εκεί, επέστρεψε προς τον πενθερόν του τον Ιοθόρ και του είπε· «θα υπάγω και θα επανέλθω προς τους αδελφούς μου εις την Αίγυπτον, διά να ίδω, εάν ακόμη ζουν». Ο Ιοθόρ είπε προς τον Μωυσήν· «πήγαινε στο καλό». Έπειτα από ικανόν χρόνον, απέθανε κατά τας ημέρας εκείνας ο βασιλεύς της Αιγύπτου.

Εξ. 4,19 Είπε δε ο Κύριος προς τον Μωυσήν, ο οποίος ευρίσκετο ακόμη εις την Μαδιάμ· «βάδιζε και πήγαινε εις την Αίγυπτον, διότι έχουν πλέον αποθάνει, εκείνοι, οι οποίοι εζητούσαν την ζωήν σου».

Εξ. 4,20 Παρέλαβεν ο Μωυσής την γυναίκα και τα παιδιά του, ανεβίβασε τα παιδιά του εις τα υποζύγια και επέστρεψεν εις την Αίγυπτον. Είχε δε στο χέρι του την ράβδον του Θεού.

Εξ. 4,21 Είπε δε προς τον Μωυσήν ο Θεός· «τώρα, που μεταβαίνεις και επιστρέφεις εις την Αίγυπτον, πρόσεξε, ώστε να κάμης ενώπιον του Φαραώ όλα τα μεγάλα θαύματα, που έδωσα εις τα χέρια σου. Σου προαναγγέλλω όμως ότι εγώ θα αφήσω να σκληρυνθή η καρδία του, ώστε εκείνος να μη συγκατατεθή και αφήση αμέσως ελεύθερον τον λαόν μου.

Εξ. 4,22 Αλλά συ θα είπης στον Φαραώ· Αυτά λέγει ο Κύριος προς σε· ο ισραηλιτικός λαός είναι ο πρωτότοκος υιός μου·

Εξ. 4,23 σε διατάσσω, άφησε τον λαόν μου ελεύθερον να αναχωρήση, διά να με λατρεύση εκεί που εγώ θα τον οδηγήσω. Εάν δε και δεν θελήσης να αφήσης αυτούς ελευθέρους, πρόσεξε πολύ, εγώ θα φονεύσω τον πρωτότοκον υιόν σου».

Εξ. 4,24 Ενώ ο Μωυσής εβάδιζε προς την Αίγυπτον, καθ’ οδόν, εις κάποιο κατάλυμα, συνήντησεν αυτόν άγγελος Κυρίου και εζήτει να τον θανατώση- διότι το παιδί του ήτο απερίτμητον.

Εξ. 4,25 Η Σεπφώρα έλαβε τότε μίαν κοπτερήν πέτραν, περιέταμε τον υιόν της, έπεσεν εμπρός εις τα πόδια του αγγέλου και του είπεν· «η περιτομή ετελείωσε, διότι εσταμάτησεν η αιμορραγία από την περιτομήν του παιδιού».

Εξ. 4,26 Ο άγγελος του Κυρίου ανεχώρησε, διότι η γυνή του Μωυσέως του είπεν· Εσταμάτησεν η αιμορροή από την περιτομήν του παιδιού μου, γεγονός το οποίον μαρτυρεί ότι η περιτομή ωλοκληρώθη.

Εξ. 4,27 Καθ’ ον χρόνον ο Μωυσής εβάδιζε προς την Αίγυπτον, είπεν ο Κύριος προς τον Ααρών· «πήγαινε να συναντήσης τον Μωυσήν εις την έρημον». Επορεύθη ο Ααρών, συνήντησε τον Μωυσήν στο όρος του Θεού, στο Σινά, και κατεφίλησεν ο ένας τον άλλον.

Εξ. 4,28 Ανήγγειλεν ο Μωυσής στον Ααρών όλα όσα του είχεν είπει ο Κύριος και όλα τα σημεία, τα οποία τον διέταξε να κάμη.

Εξ. 4,29 Επορεύθη ο Μωυσής μαζή με τον Ααρών προς τους Ισραηλίτας, συνεκέντρωσαν την γερουσίαν των Ισραηλιτών,

Εξ. 4,30 και ο Ααρών ανεκοίνωσεν εις αυτούς όλα αυτά τα λόγια, τα οποία είπεν ο Θεός προς τον Μωυσήν, ο δε Μωυσής έκαμεν ενώπιον του ισραηλιτικού λαού τα σημεία εκείνα.

Εξ. 4,31 Ο ισραηλιτικός λαός επίστευσεν, εχάρη, διότι ο Θεός είδε τας ταλαιπωρίας των και επεσκέφθη τους Ισραηλίτας. Όλος ο λαός έσκυψε με ευγνωμοσύνην και σεβασμόν και προσεκύνησε τον Θεόν.

 

Μετάφραση Ιωάννη Κολλιτσάρα. Από http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/PD/02.%20Exodus.htm