Κατά την ημέραν εκείνην απηλευθέρωσεν ο Κύριος τους Ισραηλίτας και τους έβγαλεν από την γην της Αιγύπτου με όλην αυτών την δύναμιν!

16 Νοεμβρίου 2024

Προφήτης Μωυσής. Φορητή εικόνα δεύτερο μισό 11ου αιώνα. Μονή Αγίας Αικατερίνης, Σινά.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Προφήτης Μωυσής: Έξοδος 12

 

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=410487

 

Εξ. 12,1 Είπεν ο Κύριος προς τον Μωυσήν και τον Ααρών, όταν ακόμη ήσαν εις την Αίγυπτον·

Εξ. 12,2 «ο μην αυτός θα είναι διά σας η αρχή των άλλων μηνών, ο πρώτος μεταξύ των μηνών του έτους.

Εξ. 12,3 Λάλησε προς όλον το πλήθος των Ισραηλιτών και ειπέ εις αυτούς· Την δεκάτην αυτού του μηνός θα πάρη κάθε οικογενειάρχης ανά εν πρόβατον διά την οικογένειάν του, διά την οικίαν του.

Εξ. 12,4 Εάν δε τα μέλη της οικογενείας του είναι ολίγα, ώστε να μη ημπορούν να φάγουν τα πρόβατον, ο οικογενειάρχης θα προσκαλέση από την οικογένειαν του γείτονός του ανάλογον αριθμόν ανθρώπων, εις έκαστον από των οποίων θα υπολογισθή η ανάλογος μερίς από το πρόβατον.

Εξ. 12,5 Το πρόβατον θα είναι αρτιμελές, χωρίς σωματικήν τινα βλάβην, αρσενικόν ενός έτους. Ημπορείτε να πάρετε ή αμνόν ή ερίφιον.

Εξ. 12,6 Τούτο θα διατηρηθή εν ζωή μέχρι της δεκάτης τετάρτης του μηνός, οπότε όλοι οι Ισραηλίται θα σφάξουν αυτό κατά την εσπέραν της ημέρας αυτής.

Εξ. 12,7 Οι οικογενειάρχαι θα πάρουν από το αίμα του σφαγίου αυτού και θα θέσουν στους δύο παραστάτας και στο ανώφλιον των θυρών των οικιών των, εντός των οποίων αυτοί θα φάγουν τον αμνόν ή το ερίφιον.

Εξ. 12,8 Θα φάγουν δε το κρέας κατά την νύκτα αυτήν, ψημένον εις την φωτιά. Θα το φάγουν με άζυμον άρτον και πικρά χόρτα.

Εξ. 12,9 Δεν θα φάγετε το κρέας ωμόν ή βραστόν αλλά ψημένον εις την φωτιάν. Και θα φάγετε όλον τον αμνόν και το κεφάλι και τα πόδια και τα εντόσθια.

Εξ. 12,10 Έως το πρωί τίποτε δεν θα αφήσετε από αυτό και οστούν δεν θα συντρίψετε από αυτό. Εάν όμως και μείνη κάτι μέχρι το πρωί, θα το καύσετε εις την φωτιάν.

Εξ. 12,11 Κατ’ αυτόν τον τρόπον θα το φάγετε· η μέση σας θα είναι ζωσμένη, τα υποδήματά σας φορεμένα εις τα πόδια σας και αι ράβδοι εις τα χέρια σας. Θα φάτε αυτό βιαστικά. Αυτό είναι Πάσχα (=Διάβασις) Κυρίου.

Εξ. 12,12 Διότι κατά την νύκτα αυτήν θα περάσω την χώραν της Αιγύπτου και θα θανατώσω κάθε πρωτότοκον της Αιγύπτου από ανθρώπου έως ζώου και θα εκδικηθώ όλους τους ψευδείς θεούς των Αιγυπτίων. Εγώ είμαι ο Κύριος και Θεός.

Εξ. 12,13 Το αίμα τούτο του αμνού εις τας οικίας σας, εις τας οποίας μένετε, θα είναι σημείον δι’ εμέ. Θα ίδω το αίμα τούτο, θα σας προφυλάξω από την τιμωρίαν και δεν θα σας κτυπήση η θανατική πληγή, όταν εγώ θα κτυπώ την χώραν της Αιγύπτου.

Εξ. 12,14 Την ημέραν αυτήν του Πασχα πρέπει να την ενθυμήσθε πάντοτε. Θα την καθιερώσετε ως εορτήν προς τιμήν και δόξαν του Κυρίου εις όλας τας διά μέσου των αιώνων γενεάς σας. Θα την ορίσετε και θα την εορτάζετε ως αιώνιον απαράβατον νόμον.

Εξ. 12,15 Επί επτά ημέρας θα τρώγετε άζυμα, ψωμί χωρίς προζύμι. Από την πρώτην ημέραν θα εξαφανίζετε από το σπίτι σας κάθε ένζυμον άρτον. Οποιος θα φάγη ένζυμον άρτον (ψωμί ζυμωμένο με προζύμι) από την πρώτην μέχρι την εβδόμην ημέραν του Πασχα θα εξολοθρευθή ο άνθρωπος εκείνος εκ μέσου των Ισραηλιτών.

Εξ. 12,16 Η πρώτη ημέρα θα θεωρηθή και θα κληθή αγία και επίσημος, όπως επίσης αγία και επίσημος θα είναι και η εβδόμη ημέρα. Κατά τας ημέρας της εορτής του Πάσχα δεν θα επιδοθήτε εις έργα, που απαιτούν ολόκληρον την φροντίδα σας, πλην μόνον εις εκείνα που είναι απαραίτητα διά την συντήρησίν σας. Αυτά μόνον τα έργα θα κάμνετε.

Εξ. 12,17 Θα φυλάξετε αυτήν την εντολήν διά την εορτήν του Πασχα, διότι κατά την ημέραν αυτήν θα απελευθερώσω την δύναμίν σας και θα σας βγάλω από την Αίγυπτον, και θα καθιερώσετε την ημέραν αυτήν εις όλας τας γενεάς σας ως παντοτεινήν εορτήν.

Εξ. 12,18 Θα αρχίσετε να τρώγετε άζυμα από την εσπέραν που αρχίζει η δεκάτη τετάρτη του πρώτου μηνός μέχρι της εσπέρας της εικοστής πρώτης του αυτού μηνός.

Εξ. 12,19 Επί επτά ημέρας δεν θα ευρεθή ένζυμος άρτος εις τας οικίας σας. Όποιος δε φάγη ένζυμον άρτον, θα εξολοθρευθή ο άνθρωπος αυτός εκ μέσου του ισραηλιτικού λαού, είτε ως ξένος παρεπιδημεί εις την χώραν σας είτε ανήκει στους εντοπίους.

Εξ. 12,20 Τίποτε το ένζυμον δεν θα φάγετε. Εις όλας δε τας κατοικίας σας θα τρώγετε άζυμον άρτον».

Εξ. 12,21 Προσεκάλεσεν ο Μωυσής όλην την γερουσίαν των Ισραηλιτών και τους είπε· «πηγαίνετε και πάρετε ο καθένας διά την οικογένειάν του ανά εν πρόβατον και θυσιάσατε τον πασχάλιον αυτόν αμνόν.

Εξ. 12,22 Θα λάβετε δέσμην από ύσσωπον θα βυθίσετε αυτήν στο αίμα, που θα το έχετε εντός δοχείου πλησίον της θύρας. θα αλείψετε το ανώφλιον της θύρας και τους δύο παραστάτας αυτής με το αίμα, που θα είναι πλησίον εις την θύραν. Κανείς δε από σας δεν θα βγη από την θύραν του σπιτιού του μέχρι της πρωίας.

Εξ. 12,23 Διότι θα διέλθη ο Κύριος και θα θανατώση τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων. Θα ίδη δε το αίμα στο ανώφλιον και στους δύο παραστάτας της θύρας και θα προσπεράση ο Κύριος την θύραν σας. Δεν θα αφήση τον εξολοθρευτήν άγγελον να εισέλθη εις τας οικίας σας και να πλήξη διά θανάτου.

Εξ. 12,24 Θα φυλάξετε αυτήν την εντολήν ως νόμον απαράβατον διά τον εαυτόν σας και τους απογόνους σας στους αιώνας.

Εξ. 12,25 Όταν δε εισέλθετε εις την γην, την οποίαν ο Κύριος, καθώς έχει υποσχεθή, θα σας δώση, θα φυλάξετε την εορτήν αυτήν.

Εξ. 12,26 Όταν δε σας ερωτούν τα παιδιά σας, τι είναι και τι σημαίνει αυτή η εορτή;

Εξ. 12,27 Θα απαντήσετε εις αυτά· το Πάσχα τούτο είναι θυσία προς τον Κύριον, ο οποίος επροστάτευσε τας οικογενείας των Ισραηλιτών εις την Αίγυπτον, όταν εθανάτωσε τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων, τας δε ιδικάς μας οικογενείας επροφύλαξεν από τον όλεθρον». Ηκουσεν αυτά ο λαός, έσκυψαν με ευλάβειαν και με ευγνωμοσύνην προσεκύνησαν τον Κύριον.

Εξ. 12,28 Απεχώρησαν οι Ισραηλίται και έκαμαν όσα είχε διατάξει ο Κύριος στον Μωυσήν και τον Ααρών. Έτσι ακριβώς έκαμαν.

Εξ. 12,29 Όταν δε ήλθε το μεσονύκτιον της νυκτός εκείνης, εκτύπησεν ο Κύριος διά θανάτου κάθε πρωτότοκον εις την χώραν της Αιγύπτου, από το πρωτότοκον του Φαραώ που κάθεται στον θρόνον, έως το πρωτότοκον της αιχμαλώτου που είναι φυλακισμένη στον λάκκον, μέχρι και του πρωτοτόκου παντός κτήνους.

Εξ. 12,30 Κατά την νύκτα εκείνην ηγέρθη ο Φαραώ και όλοι οι αυλικοί αυτού και όλοι οι Αιγύπτιοι και έγινε μεγάλη γοερά κραυγή εις όλην την χώραν της Αιγύπτου, διότι δεν υπήρχεν οικία, όπου δεν κατέκειτο και ένας νεκρός.

Εξ. 12,31 Ο Φαραώ εκάλεσε κατά την νύκτα τον Μωυσήν και τον Ααρών και τους είπε· «σηκωθήτε και φύγετε εκ μέσου του λαού μου και σεις και όλοι οι Ισραηλίται. Πηγαίνετε και λατρεύσατε Κύριον τον Θεόν σας, όπως είπατε.

Εξ. 12,32 Πάρετε μαζή σας τα πρόβατα και τα βόδια σας και πηγαίνετε· προσευχηθήτε δε και υπέρ εμού».

Εξ. 12,33 Και οι Αιγύπτιοι επιμόνως εβίαζον τους Ισραηλίτας να φύγουν όσον το δυνατόν συντομώτερον από την χώραν των, διότι έλεγον· «αν δεν φύγουν αυτοί από την Αίγυπτον, ημείς όλοι θα αποθάνωμεν».

Εξ. 12,34 Ο ισραηλιτικός λαός χωρίς αργοπορίαν έσπευσε να αναχωρήση. Και εν τη βία των ετύλιξαν εις τα ιμάτιά των το ζυμάρι πριν ακόμη αυτό ζυμωθή με την ζύμην, το εφορτώθησαν στους ώμους των και εξεκίνησαν.

Εξ. 12,35 Οι Ισραηλίται έκαμαν προηγουμένως όπως τους είχε συμβουλεύσει ο Μωυσής· εζήτησαν δηλαδή από τους Αιγυπτίους αργυρά και χρυσά σκεύη, όπως επίσης και ιματισμόν.

Εξ. 12,36 Ο δε Κύριος έδωκε κάποιαν ιδιαιτέραν χάριν στον λαόν του ενώπιον των Αιγυπτίων, και οι Αιγύπτιοι προθύμως έδωκαν εις αυτούς ό,τι τους είχαν ζητήσει. Έτσι δε οι Ισραηλίται επήραν μαζή των, ωσάν λάφυρα, πολλά αντικείμενα αξίας από τους Αιγυπτίους.

Εξ. 12,37 Εξεκίνησαν λοιπόν οι Ισραηλίται από την περιοχήν Ραμεσσή και ήλθον εις Σοκχώθ. Οι άνδρες, οι οποίοι απετέλουν τον πεζικόν στρατόν, ήσαν εξακόσιαι χιλιάδες, πλην, φυσικά, των παιδιών και του αμάχου πληθυσμού.

Εξ. 12,38 Μαζή με τους Ισραηλίτας έφυγε και άλλος ανάμικτος λαός από Αιγυπτίους και ετέρους αλλοεθνείς. Παρέλαβον δε οι Ισραηλίται μαζή των και τα πρόβατα και τα βόδια και τα κτήνη των, κοπάδια πολλά.

Εξ. 12,39 Εζύμωσαν δε εις Σοκχώθ τα προζύμια, που είχαν πάρει μαζή των από την Αίγυπτον και έψησαν λαγάνες εις την φωτιάν. Το φύραμα δεν είχε υποστή ζύμωσιν την ώραν, που οι Αιγύπτιοι τους εξηνάγκασαν να φύγουν, αυτοί δε δεν ημπορούσαν να παραμείνουν ώστε να ζυμώσουν αυτό, ούτε δε και επρόλαβαν να παραλάβουν τρόφιμα διά τον δρόμον των.

Εξ. 12,40 Ο χρόνος της παραμονής των Ισραηλιτών εις την Αίγυπτον, από τότε που έφυγαν από την Χαναάν, ήσαν τετρακόσια τριάκοντα έτη.

Εξ. 12,41 Έπειτα δε από τα τετρακόσια τριάκοντα αυτά έτη εξήλθεν όλος αυτός ο στρατός του Κυρίου από την Αίγυπτον εν καιρώ νυκτός.

Εξ. 12,42 Άγρυπνοι κατά διαταγήν του Κυρίου έμειναν οι Ισραηλίται κατά την νύκτα εκείνην, κατά την οποίαν ο Θεός τους εξήγαγεν από την Αίγυπτον. Νυξ αγρυπνίας θα είναι η ημερομηνία αυτή στο μέλλον χάριν του Κυρίου, ώστε όλοι οι Ισραηλίται να την τιμούν ως εορτήν εις όλας αυτών τας γενεάς.

Εξ. 12,43 Ο Κύριος είπε τότε στον Μωυσήν και τον Ααρών· «αυτός είναι ο νόμος του Πάσχα· κανείς αλλοεθνής δεν θα τρώγη από αυτό.

Εξ. 12,44 Κάθε δούλον η διά χρημάτων αγορασθέντα δούλον θα τον περιτάμης και τότε θα έχη το δικαίωμα να φάγη από τον πασχάλιον αμνόν.

Εξ. 12,45 Ο ξένος, όπως και ο ημερομίσθιος εργάτης δεν θα φάγουν από αυτό.

Εξ. 12,46 Μέσα εις την ιδίαν οικίαν θα φαγωθή και εκτός της οικίας δεν θα εξέλθη κρέας. Δεν θα σπάσετε κανένα οστούν από τον πασχάλιον αμνόν.

Εξ. 12,47 Αυτό θα κάμουν όλοι οι Ισραηλίται.

Εξ. 12,48 Εάν δε από άλλην τινά χώραν έλθη προς σας ξένος να κάμη το Πασχα Κυρίου, θα περιτάμη κάθε αρσενικόν αυτού και κατόπιν θα προσέλθη να κάμη το Πάσχα τούτο με τα ίδια δικαιώματα, που έχει και ο Εβραίος. Αλλά κανείς απερίτμητος δεν θα φάγη από τον αμνόν του Πάσχα.

Εξ. 12,49 Ο ίδιος νόμος θα είναι διά τον εντόπιον Εβραίον και διά τον προσελθόντα μεταξύ σας ξένον προς εορτασμόν του Πασχα».

Εξ. 12,50 Οι Ισραηλίται έκαμαν, όπως ο Θεός διά του Μωυσέως και του Ααρών τους είχε διατάξει. Έτσι ακριβώς έκαμαν.

Εξ. 12,51 Κατά την ημέραν εκείνην απηλευθέρωσεν ο Κύριος τους Ισραηλίτας και τους έβγαλεν από την γην της Αιγύπτου με όλην αυτών την δύναμιν.

 

Μετάφραση Ιωάννη Κολλιτσάρα. Από http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/PD/02.%20Exodus.htm