Page 13 - xristodoulou_kathodos
P. 13

νονται να επεκτείνουν τον άδη και «εν τω ουρανώ (Εφεσ. 2,2.6,12) και «επί

                   της  γης  και  υποκάτω  της  γης»  (Αποκ.  5,13),  περιλαμβάνοντας  τις  τρεις

                   τάξεις  των «επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων» (Φιλιπ. 2.10). Ο

                   άδης  νοείται  όχι  μόνον  ως  κατάσταση,  αλλά  και  ως  τόπος,

                   περιλαμβάνοντας  αγαθούς  και  αμαρτωλούς  και  διαιρείται  σε  δύο  μέρη,

                   που  διαφέρουν  και  διαχωρίζονται  μεταξύ  τους  με  χάσμα  αγνώστου

                   φύσεως, δηλ. τον τόπο της παρακλήσεως και τον τόπο της οδύνης (Λουκ.

                   16,22-26). Και στους δύο αυτούς «τόπους» κατήλθε ο Λυτρωτής και κήρυξε

                   το ευαγγέλιο της σωτηρίας στις ψυχές που ήταν εκεί. Στην Καινή Διαθήκη

                   ο  μεν  τόπος  της  παρακλήσεως  ονομάζεται  και  «κόλπος  του  ’Αβραάμ»

                   (Λουκ. 16.22), «παράδεισος» (Λουκ. 23,43) κ.λπ.. ο δε τόπος της οδύνης και

                   «άδης» (Λουκ. 16,23), «τόπος βασάνου» (Λουκ. 16,28), «φυλακή» (Α' Πέτρ.

                   3,19), «άβυσσος» (Ρωμ. 10,7) κ.λπ. Σ’ αυτόν τον άδη πίστευαν ήδη από την

                   πρωτοχριστιανική  εποχή  «οι  μεν  ψυχές  των  ευσεβών  έμεναν  σε  ένα

                   καλύτερο  χώρο,  οι  δε  ψυχές  των  αδίκων  και  πονηρών  σε  χειρότερο,

                   περιμένοντας  τον  χρόνο  της  κρίσεως»,  όπως  γράφει  ο  φιλόσοφος  και

                   μάρτυρας  Ιουστίνος.  Η  δε  Εκκλησία  υμνολογεί:  «Κατήλθες  εν  τοις

                   κατωτάτοις της γης και συνέτριψας μοχλούς αιωνίους...», και έτσι γέμισε

                   από τη δόξα και τη δύναμή του «ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια».

                   Πρέπει  να  πούμε,  ότι  το  πρόβλημα  του  τόπου  του  άδη,  από  ορθόδοξη

                   θεολογική άποψη, σχετική μόνον σημασία έχει, γιατί δεν αφορά την ουσία

                   αυτού  του  δόγματος.  Άλλωστε,  αφού  οι  ψυχές  των  ανθρώπων  μετά


                   θάνατον  είναι  ασώματες,  είναι  μάταιο  ν’  αναζητείται  ο  τόπος  της
                   διαμονής τους και πολύ περισσότερο η περιγραφή του, αφού «ψυχή, που


                   είναι  ασώματη,  δεν  έχει  καμιά  ανάγκη  να  περιορίζεται  σε  κάποιους

                   τόπους  ».  Γι’  αυτό  και  μιλούμε  γι’  αυτές  χωρίς  κάποιο  τοπικό

                   προσδιορισμό,  περιγράφοντας τον άδη μάλλον ως κατάσταση και όχι ως



                                                           12
   8   9   10   11   12   13   14   15