Page 30 - karabelia-euagrios-ΟΚ
P. 30

αυτό. Η Βασιλειάδα ήταν η έμπρακτη απόδειξη αυτού του ζωντανού οράματος, που
                   στηρίζονταν στην ασκητική αρχή «Ἒστω ἡ χρῆσις τῇ χρείᾳ σύμμετρος»   136 .

                          Δενείναι  τυχαίο  λοιπόν  που ο πατριάρχης Θεόφιλος καταδίωξε  τους φίλους
                   και υποστηρικτές του Ευαγρίου, εφόσον δεν ακολουθούσαν τις επιταγές του. Αν και
                   όφειλε  να  λειτουργεί  ως  εντεταλμένος  πνευματικός  ηγέτης,  συμπεριφέρεται  ως
                   πολιτικός  διπλωμάτης  κοσμικού  χαρακτήρα.  Ενάμιση  αιώνα  αργότερα  ο
                   αυτοκράτορας  Ιουστινιανός  θέλοντας  να  ικανοποιήσει  τον  λεγάτο  του  πάπα  στην
                   Κωνσταντινούπολη  ελίσσεται  διπλωματικά  χρησιμοποιώντας  την  καταδίκη  των
                   Ωριγενιστών, ως ένα εξαιρετικό μέσον, για να συμφιλιωθεί με τον πάπα Βιγίλιο και
                   με τους επισκόπους της Δύσης  137 . Δύο άνθρωποι οι οποίοι ασκούν μεγάλη εξουσία, ο
                   πατριάρχης  Θεόφιλος  και  ο  αυτοκράτορας  Ιουστινιανός,  στρέφονται  κατά  του
                   ωριγενισμού.Μέσα  στην  πολεμική  τους  πιθανόν  να  κρύβεται  ο  κρυφός,  πλην
                   δυναμικός πολιτικός λόγος ως ένα είδος αντιπολίτευσης στην κατεστημένη εξουσία
                   κάθε  μορφής,  είτε  εκκλησιαστικής  είτε  πολιτικής.  Και  οι  δύο  δεν  διστάζουν  να
                   χρησιμοποιήσουν σκληρά την εξουσία προκειμένου να επιβάλλουν τις απόψεις τους
                   και να θεμελιώσουν τις θέσεις τους. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι  ο ωριγενισμός
                   του ΣΤ΄ αιώνα δεν είναι μία αιρετική εκτροπή από το ορθόδοξο δόγμα.

                          Ως προς τον τρόπο ζωής του Ευαγρίου οφείλουμε να σταθούμε και σε ακόμη
                   ένα  σημείο.Ο  Ευάγριος  όχι  μόνο  δεν  διαδίδει  τις  απόψεις  του,  αλλά  φροντίζει
                   επιμελώς  να  τις  κρύψει  από  όσους  δεν  θα  μπορέσουν  να  τις  κατανοήσουν 138 .
                   Παρουσιάζει  λοιπόν  ένα  πολύ  περίεργο  προφίλ  για  αιρετικός,  καθώς  όπως  είναι
                   γνωστό οι αιρετικοί χρησιμοποιούν κάθε τρόπο για να μπορέσουν να διαδώσουν τις
                   ιδέες  τους.  Η  εσκεμμένη  σκοτεινότητα  και  η  χρήση  της  αλληγορικής  μεθόδου
                   βεβαιώνουν για τις προθέσεις του. Ακριβώς στο σημείο αυτό υπάρχει μία τεράστια
                   διαφορά  μεταξύ  των  Ωριγενιστών  του  Δ΄  και  ΣΤ΄  αιώνα,  καθώς  εκείνοι  του  ΣΤ΄
                   αιώνα  χρησιμοποιούν  κάθε  μέσο,  θεμιτό  ή  αθέμιτο 139 ,  για  να  πετύχουν  τον  σκοπό
                   τους, που δεν είναι άλλος από τη διάδοση της διδασκαλίας τους.

                          Επίσης, αξιοπρόσεκτη είναι και η μετατόπιση του δογματικού ενδιαφέροντος
                   από την  ανθρωπολογία  στη χριστολογία  140 . Είναι  γνωστό ότι ο Ευάγριος λαμβάνει
                   μέρος  στην  Β΄  Οικουμενική  Σύνοδο  και  υπερασπίζεται  το  δόγμα  Νικαίας-
                   Κωνσταντινουπόλεως   141 .  Είναι  δυνατόν  ο  υπερασπιστής  της  ορθοδοξίας,  ο  οποίος
                   στην  Κωνσταντινούπολη  διακρίνεται  για  την  ευγλωττία  του  κατά  «πασῶν  τῶν
                   αἱρέσεων» 142   και  ιδιαιτέρως του  ορθολογικού ευνομιανισμού, να υποστηρίζει ότι ο
                   Χριστός είναι απλώς μια λογική φύση, δηλαδή ένα κτίσμα; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι
                   ο Ευάγριος για τους Σύριους υπήρξε κριτήριο ορθοδοξίας, και γι’  αυτό οποιεσδήποτε


                   136 ΜεγάλουΒασιλείου,Λόγοςἀσκητικὸςἕτερος   (ἤὑποτύπωσιςἀσκήσεως,   καὶπρόλογος,   ἐν
                   (τίςὁσκοπὸςτῆςἀσκήσεως)3, PG 31, 877A.
                   137 Βλ. A. Guillaumont, ό.π.,σ. 132 καισ. 174.
                   138 Βλ. A. Guillaumont, ό.π.,σ. 122. Πρβλ. Ἰ. Μωϋσέσκου, ό.π., σσ. 145-146.
                   139 Βλ. A. Guillaumont, ό.π.,σ. 131 καισ. 306.
                   140 Βλ. A. Guillaumont, ό.π., σσ. 180-181.
                   141 Βλ. K. Korrigan, ό.π., σ.20. Πρβ. John Bamberger,ό.π., σ. lxxii και A. Casiday, ό.π., σσ.7-8.
                   142  Βλ. Ἰ. Μωϋσέσκου, ό.π., σ. 24.

                                                           30
   25   26   27   28   29   30   31   32   33   34   35