Page 12 - karabelia-euagrios-ΟΚ
P. 12
39
του βιβλίου συντάσσοντάς το σύμφωνα με τις απόψεις τους» . Και στη συνέχεια δίνει
μία πολύτιμη μαρτυρία, που αφορά τη μετάφραση του κειμένου της S₂: «Εγώ, όμως
βρήκα την έκδοση των Εκατοντάδων του Mar Ευαγρίου, που τροποποιήθηκαν από
αυτόν τον άνθρωπο σύμφωνα με τις διεφθαρμένες απόψεις του· όχι μόνον δεν υπήρχε
πια η αληθινή σκέψη του, αλλά ακόμη αυτές ήταν γεμάτες από πολλές βλασφημίες, γιατί
αυτός άλλαξε πολλές λέξεις στο κείμενο του Mar Ευαγρίου. Επινόησε ακόμη και
40
κεφάλαια γνώσεως και τα έβαλε κάτω από το όνομα του Mar Ευαγρίου» . Οι
«βλασφημίες» δεν είναι άλλες από τις ωριγένειες προτάσεις που διατηρούσε αυτή η
μετάφραση. Ωστόσο, ο A. Guillaumont έχει μία εντελώς διαφορετική προσέγγιση των
πραγμάτων, καθώς υποστηρίζει ότι «η κρίση που γίνεται για την σχετική αξία αυτών
των δύο μεταφράσεων είναι εντελώς αντίστροφη της δικής μας: θεωρεί ως
διεφθαρμένη την μετάφραση [S₂] που αντιθέτως για μας είναι η μόνη πιστή στο
41
πρωτότυπο κείμενο» .
Έναακόμη θέμα με το οποίο ασχολείται ο A. Guillaumont είναι η
χρονολόγηση των μεταφράσεων. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις θεωρεί ότι
προηγείται η S₁, η οποία τοποθετείται στο τελευταίο τέταρτο του Ε΄ αιώνα ή στα
42
πρώτα χρόνια του ΣΤ΄ αιώνα, ενώ η S₂ στο πρώτο τρίτο του ΣΤ΄ αιώνα .Συνεπώς
είναι μεταφράσεις που απέχουν χρονικά από τη συγγραφή του πρωτότυπου κειμένου
τουλάχιστον εκατόν πενήντα χρόνια, και πραγματοποιούνται σε μία εποχή κατά την
οποία οι ωριγένειες έριδες για δεύτερη φορά βρίσκονταν στο απόγειό τους.
Αξιοσημείωτο επίσης είναι το γεγονός ότι στη Συρία τόσο οι Μονοφυσίτες όσο και οι
Νεστοριανοί, στην πολεμική τους αλληλοκατηγορούνται για ωριγενισμό
χρησιμοποιώντας ως αυθεντία τον Ευάγριο.
Βλέπουμε λοιπόν πως σύμφωνα με τον A. Guillaumont η ακέραιη μετάφραση
των Γνωστικών Κεφαλαίων είναι η S₂, η οποία εκφράζει τη χριστολογία των
Ισοχρίστων μοναχών της Παλαιστίνης του ΣΤ΄ αιώνα, που καταδικάστηκε από την Ε΄
Οικουμενική Σύνοδο αποτελώντας μάλιστα και την πηγή των αναθεματισμών.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να εξετάσουμε αν οι σημερινοί ερευνητές χρησιμοποιούν
στις μελέτες τους την S₁ ή την S₂. Έτσι διαπιστώνουμε ότι, ακολουθώντας το συριακό
παράδειγμα, σε ευρεία χρήση αξιοποιούν την S₁. Η κριτική έκδοση του ευαγριανού
κειμένου που φιλοπόνησαν το 2000-2001 ο Ηλίας Μουτσούλας, η Γεωργία Κουνάβη
και ο Δημήτρης Καλλιντέρης στη σειρά ΒΕΠΕΣ, όχι απλώς χρησιμοποιεί την S₁ αλλά
43
σε αρκετά σημεία ακολουθεί την έκδοση του Frankenberg . Για την ολοκλήρωση της
ερευνητικής αυτής προσπάθειας των Ελλήνων επιστημόνων συνδυάστηκε ένα πλήθος
εκδόσεων όπως των Cramer, Devreessee, Elter, Frankenberg, Géhin, Gressmann
Guillaumont, Hausherr, Iunius, Lagarde, Mai, Pitra, Rondeau, VandeVen και Migne.
Ακόμη, λαμβάνεται υπόψη και ο Muyldermans, ο οποίος στα Evagriana δημοσιεύει
39 Βλ. A. Guillaumont, ό.π., σ. 217.
40 Βλ. A. Guillaumont, ό.π., σ. 217.
41 Βλ. A. Guillaumont, ό.π., σ. 218.
42 Βλ. A. Guillaumont, ό.π., σ. 231.
43 Ἠ. Μουτσούλα, Γ. Κουνάβη και Δ. Καλλιντέρη, «Ευάγριος Ποντικός», ΒΕΠΕΣ [Βιβλιοθήκη
Ἑλλήνων Πατέρων καὶ Ἐκκλησιαστικῶν Συγγραφέων], τόμος 78, 79 και 80, Αθήνα 2000 και 2001.
12