Page 2 - andrikos-eistomnima
P. 2
establishing an appropriate atmosphere for the sonic “reenactment” of the loaded verse’s
conceptual/semantic content. Therefore, beyond the synthetic analysis proper of the said version,
a respective match with parallel musicological occurrences from Western vocal music is attempted,
particularly during the Romantic era, where similar practices are encountered. Subsequently,
various melopoetic examples of said Sticheraric are presented – versions that are older than or
contemporary with Priggos’s – originating from diverse musical environments, with the goal to
study their immediate or indirect influential conditions, relatedness, or even dependence.
Conclusively, what is of particular interest, is the demonstration of the way in which Priggos’ case
dominated over all other versions, resulting in its establishment beyond local boundaries, and its
incorporation in the chanters’ repertory canon, irrespective of their individual affiliation to
“Schools” and environments. The process above, at an ethnomusicological level, brings to the fore
the dynamics inherent in the construction of lineages from emblematic personalities concerning
the establishment of a modern proposition, either through a direct (teacher-student relationship)
or mediated (printouts, recordings, radio) process.
Η παρούσα ανακοίνωση λαμβάνει αφορμή από την μορφολογική, τροπική και
αισθητική ιδιοτυπία του στιχηρού των Αίνων του Γ΄ Ήχου Εἰς τὸ μνῆμα σὲ ἐπεζήτησεν, όπως
αυτό διαμορφώθηκε σύμφωνα με την εκτέλεση-καταγραφή του Κωνσταντίνου Πρίγγου. Η
ιδιοτυπία της συγκεκριμένης περίπτωσης αφορμάται από τη διαλογική δομή του
υμνογραφικού κειμένου, η οποία ενθαρρύνει την χρήση ετερόκλητου φρασεολογίου, συχνών
τροπικών μεταβολών, πυκνής διαποίκιλσης, απαγγελτικής εκφοράς, ρυθμικής και χρονικής
μεταβλητότητας κ.ά, με αποτέλεσμα ουσιαστικά την αποδόμηση της καθιερωμένης σύντομης-
συλλαβικής φόρμας του εν λόγω στιχηρού. Όλες οι παραπάνω τεχνικές συμβάλλουν αισθητικά
1
στην δημιουργία ιδιαίτερων ηχοτοπίων με σκοπό να δημιουργηθεί η κατάλληλη ατμόσφαιρα
που να «αναπαριστά» ηχητικά το σαφώς φορτισμένο εννοιολογικά περιεχόμενο του στίχου.
Το εν λόγω στιχηρό παρουσιάζεται σε έντυπη μορφή από τον Πρίγγο στο
Αναστασιματάριο που κυκλοφορεί ο ίδιος σε επιμέρους τεύχος το 1953 στην Πόλη, αμέσως
μετά από μια απλή εκδοχή του εν λόγω στιχηρού η οποία ακολουθεί τα καθιερωμένα
συλλαβικά πρότυπα του κομματιού . Η μη απόδοση της εν λόγω προσωπικής-νεωτερικής
2
εκδοχής από τον ίδιο τον Πρίγγο στο Φανάρι, αλλά μόνο περιστασιακά σε κοινότητες της
Πόλης, τεκμαίρεται τόσο από το γεγονός της μη ύπαρξης ηχογραφημένης εκτέλεσης από τον
1 Ο πολυσήμαντος στη σύγχρονη επιστήμη όρος ηχοτοπίο (soundscape) κρίθηκε ως ο πλέον κατάλληλος, ώστε να
χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά, αναφορικά με τη δόμηση εναλλακτικών ηχητικών προτύπων,
διαφοροποιούμενων από τον βασικό μελωδικό κορμό της εκάστοτε σύνθεσης. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για
συνθετικά θέματα στα οποία παρατηρείται μια διασταλτική χρήση μελωδικών και ρυθμικών σχημάτων, καθώς
απώτερο στόχο αποτελεί η δημιουργία ενός ηχητικού περιβάλλοντος στο οποίο να «απεικονίζεται» το
εννοιολογικό περιεχόμενο του υμνογραφικού κειμένου.
2 Πρίγγος 1953: 56-57. Βλ. και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της εν λόγω εργασίας.
2