Page 9 - xaxopoulou-ypati
P. 9

Στην  Υπάτη  τις  παραμονές  της  επανάστασης  στρατιωτικός  διοικητής  ήταν  ο
                  Τουρκαλβανός  Τελεχά  Φέζος,  άνδρας  τερατώδης,  μεγαλόσωμος,  μεγαλοκέφαλος  και
                  χοντρόφωνος,  «ἀλλά  ὅσο  μεγαλοκέφαλος  ὑλικῶς  τόσο  διεκρίνετο  στενοκέφαλος
                  διανοητικῶς» κατά το Φιλήμονα. Ήταν συγγενής του Αλή πασά και είχε τοποθετηθεί από
                  τον ίδιο στη θέση αυτή. Για να γίνει αυτό κατανοητό πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι η
                  περιοχή της Στερεάς από το 1803 μέχρι τις παραμονές της επανάστασης βρισκόταν υπό τη
                  δικαιοδοσία του Αλή-πασά, ο οποίος είχε δημιουργήσει στα δυτικά Βαλκάνια ένα σχεδόν
                  αυτόνομο  κράτος  χρησιμοποιώντας  τακτικές  αλληλοεξόντωσης  μεταξύ  χριστιανών  και
                  μουσουλμάνων.
                     Την ίδια εποχή το αρματολίκι του Πατρατζικίου κατείχαν οι Κοντογιανναίοι. Γενάρχης
                  της  μεγάλης  οικογένειας  των  Κοντογιανναίων  ήταν  ο  Γιάννος,  που  καταγόταν  από  την
                  περιοχή του Βάλτου. Τον διαδέχτηκε ο γιος του Μήτσος που κατάφερε να διατηρήσει το
                  αρματολίκι παρά τους διωγμούς του Αλή πασά, ο οποίος επιδιώκοντας τον πλήρη έλεγχο
                  των αρματολικιών στις περιοχές της δικαιοδοσίας του έστειλε για το σκοπό αυτό το 1804
                  το  δερβέναγα  Γιουσούφ  Αράπη.  Θύμα  αυτών  των  διωγμών  υπήρξε  ο  αδερφός  του
                  Μήτσου, Κωνσταντής Κοντογιάννης (πρωτότοκος γιος του Γιάννου), ο θάνατος του οποίου
                  αποτέλεσε  αφορμή  για  σύγκρουση  μεταξύ  των  οικογενειών  των  Χατζαίων  και  των
                  Κοντογιανναίων με αποκορύφωμα τα τραγικά γεγονότα του Μαυρίλου το 1820. Μεταξύ
                  αρματολών και προκρίτων υπήρχε πάντα μια αντιπαλότητα ιδιαίτερα στη Στερεά για τον
                  έλεγχο  των  κοινοτήτων  και  των  οικονομικών  λειτουργιών  τους,  η  οποία  πολλές  φορές
                  οδηγούσε σε βίαια επεισόδια. Συγκεκριμένα, οι Κοντογιανναίοι  αποδίδοντας το θάνατο
                  του Κωνσταντή σε προδοσία των Χατζαίων, στην πραγματικότητα όμως επιδιώκοντας να
                  σφετερισθούν την περιουσία και την εξουσία τους, με επικεφαλής το Σπύρο κατέσφαξαν
                  μέσα  στο  σπίτι  των  Χατζαίων  τον  επιφανέστερο  της  οικογένειας  Δημάκη,  τα  τέσσερα
                  αδέρφια του, τη γυναίκα του και τα αρσενικά παιδιά της οικογένειας εκτός από δύο, που
                  έτυχε να απουσιάζουν εκείνη τη φρικτή νύχτα από το σπίτι. Οι δύο νέοι που επέζησαν από
                  την  άγρια  σφαγή  ήταν  ο  Δημήτριος  και  ο  Ιωάννης,  που  επειδή  ήταν  οι  μικρότεροι  της
                                                                                                  7
                  γενιάς των Χατζαίων, πήραν το όνομα «Χατζίσκοι» (Χατζίσκος = μικρός Χατζής) . Πήραν
                  μέρος  στην  επανάσταση,  ο  Δημήτριος  μάλιστα  είχε  συνεχή  σχεδόν  παρουσία  στην
                  πολιτική σκηνή της χώρας μέχρι το 1871 διατελώντας αρχικά βουλευτής Φθιώτιδας και
                                                                8
                  τελευταία για δύο μήνες πρόεδρος της Βουλής .
                     Επόμενος  προεστός  της  Υπάτης  ήταν  ο  Τσιριμώκος  από  το  Μαυρίλο,  τον  οποίο
                  διαδέχτηκε ο Γεώργιος Αινιάν. Ο Γεώργιος φτάνει από την Κωνσταντινούπολη το 1820 ως


                  7  Τη σφαγή πληροφορήθηκε ο Ιωάννης Φραγκίστας, αρματολός στην περιοχή της Ρεντίνας, ο οποίος έφτασε
                  στο Μαυρίλο και αντικρίζοντας τα πτώματα διαπληκτίσθηκε με το Σπύρο λέγοντάς του «Του διαβόλου το
                  ρωμαίικο θα φκειάσωμε». Ο ίδιος διέσωσε και τα δύο παιδιά που επέζησαν οδηγώντας τα στον προεστό των
                  Αγράφων Τσολάκογλου.
                  8  Συλλογικό έργο. Πρόεδροι της Βουλής, Γερουσίας και Εθνοσυνελεύσεων 1821-2008 / Συλλογικό έργο,
                  Αντώνης Μακρυδημήτρης, Γιάννης Κωστής, Κωνσταντίνος Παπαδημητρίου, Μαρία - Ηλιάνα Πραβίτα,
                  Παναγιώτης Σαβοριανάκης · επιμέλεια Αντώνης Μακρυδημήτρης. - 1η έκδ. - Αθήνα : Ίδρυμα της Βουλής των
                  Ελλήνων, 2009 (βλ. σελ. 117-120)

                                                              8
   4   5   6   7   8   9   10   11   12   13   14