Page 4 - zaimis-areios
P. 4

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

               Η λέξη αίρεση δεν κάνει την εμφάνιση της στους χρόνους του Αρείου. Μας είναι ήδη γνωστή

               από τους χρόνους της Κ.Δ. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί τη λέξη αίρεση δύο φορές στις

               επιστολές του. Συγκεκριμένα στην Α’ Κορινθίους όπου αναφέρει: «Δεῖ γὰρ καὶ αἱρέσεις ἐν ὑμῖν
                                                              1
               εἶναι, ἵνα οἱ δόκιμοι φανεροὶ γένωνται ἐν ὑμῖν»  και στην Προς Γαλάτας όπου γράφει: «Φανερὰ
                                                                                          2
               δε ἐστιν τὰ  ἔργα  τῆς σαρκός,  ἅτινα ἐστιν πορνεία,  ἀκαθαρσία….αἱρέσεις» . Στις περιπτώσεις
               αυτές  η λέξη σημαίνει  φιλονικεία, φατρία, σχίσμα. Ο Απόστολος δεν μας δίνει περισσότερες

               πληροφορίες και έτσι δεν ξέρουμε αν η αίρεση οφειλόταν σε διαστροφή ή σε απόρριψη μιας ή

               περισσοτέρων αληθειών της πίστης.

               Στην  Προς  Τίτον  επιστολή  του  όμως  ο  Παύλος  χρησιμοποιεί  τι  λέξει  αιρετικός,  γράφοντας

               χαρακτηριστικά: «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι

                                                                            3
               εξέστραπται ο τοιούτως και αμαρτάνει, ων αυτοκατάκριτος» . Οι ερμηνευτές δέχονται ότι στο
               συγκεκριμένο  χωρίο  πρόκειται  περί  διεστραμμένου  περί  την  πίστη  ανθρώπου,  περί  αιρετικού

                                               4
               δηλαδή με την σημερινή έννοια . Με την ίδια έννοια χρησιμοποιείται η λέξη και στο χωρίο Β’
               Πετρ.  2,1:  «Εγένοντο  δε  και  ψευδοπροφήται  εν  τω  λαώ,  ως  και  εν  υμίν  έσονται
               ψευδοδιδάσκαλοι,  οίτινες  παρεισάξουσιν  αιρέσεις  απωλείας,  και  τον  αγοράσαντα  αυτούς

               δεσπότην αρνούμενοι». Η αίρεση στο χωρίο αυτό χαρακτηρίζεται από τον Απόστολο Πέτρο ως
                                                                                5
               ψευδοδιδασκαλία και ειδικότερα ως άρνηση του δεσπότη Χριστού .

               Είναι φανερό, στα χαρακτηριστικά αποσπάσματα που αναφέραμε παραπάνω, ότι η συνειδητή

               παραποίηση των αληθειών της πίστης από κάποιο μέλος της Εκκλησίας , άσχετα από τη λέξη με
               την οποία αποδίδεται, αποτελεί βεβήλωση της αληθινής πίστης, απόρριψη της αυθεντικότητας




               1  Α’ Κορ. 11,19.
               2  Γαλ. 5, 19 – 20.
               3  Τιτ, 3, 10 – 11.
               4  Ο καθηγητής Γεώργιος Α. Γαλίτης αναφέρει: «Δια τον Παύλον η αίρεσις είναι η κατε’ εξοχήν αμαρτία. Ουδεμία
               άλλη  αμαρτία  οδηγεί  εις  την  διακοπήν  της  κοινωνίας  του  αμαρτανοντός  μετά  της  εκκλησίας.  Ο  μετά  τας
               επανειλημμένας νουθεσίας επιμένων εις την αίρεσιν δεν έχει πλέον την δικαιολογίαν της αγνοίας. Ούτως η πλάνη
               δεν είναι πλέον συγγνωστή και ακούσια, αλλά εκούσια και ασύγγνωστος. Ο πλανώμενος κινείται πλέον εντός της
               περιοχής της αμαρτίας», Γ. Α. Γαλίτη, Η προς Τίτον επιστολή του αποστόλου Παύλου, Θεσσαλονίκη 1985, σ.σ. 361
               – 362.
               5   Βλ.  Π.  Βασιλειάδη,  «Αιρέσεις  ή  Θεολογικές  τάσεις  στον  αρχέγονο  Χριστιανισμό»,  ΔΒΜ  (Δεκέμβριος  1977  –
               Ιούνιος 1978), σ.σ. 101 – 118.
                                                              3
   1   2   3   4   5   6   7   8   9