Page 18 - liamis-panteleimon
P. 18
ένα περιμένω: Το ξαναντάμωμα με το κορμί μου ελεύθερο από τα
σημάδια του θανάτου.
Την ώρα όμως του βασανιστηρίου όλα αυτά ακούγονται αστεία
και μακρινά. Την ώρα εκείνη η ψυχή ζητάει ένα πράγμα: να γλιτώσει από
τον πόνο. Κι απεγνωσμένα ζητάει έναν τρόπο ν΄ απαλλαγεί από το σώμα.,
που πάνω του ο πόνος βασιλεύει. Μία αιτία, ένα πιάσιμο να ξεκολλήσει.
Τον πόνο τον ανθρώπινο τον γνώριζα. Άπειρες φορές πάλεψα
μαζί του την ώρα μιας επέμβασης, την ώρα που ένας άρρωστός μου
ψυχορραγούσε. Κι ήταν πολλές φορές που απόρησα με την αντοχή του
ανθρώπινου οργανισμού. Κι ήταν πολλές οι συμπεριφορές που είδα όταν
οι άνθρωποι τον συναντούσαν. Καταλάβαινα εύκολα ποιος είχε κρεμαστεί
στην υγεία του κορμιού του, ποιος είχε πασκίσει να ξεπεράσει τα φθαρτά
και εφήμερα σχήματα, ποιος είχε ξαναπονέσει, ποιος είχε ετοιμαστεί για
το μεγάλο χωρισμό. Εδώ όμως δεν ήταν το ίδιο. Εμένα τα μέλη μου
συντρίβονταν από την ανθρώπινη αυθαιρεσία. Κάθε συντριμμένο μου
κόκαλο σημάδευε το βάναυσο λιώσιμο κάθε ίχνους τής αξιοπρέπειάς μου.
Το είναι μου ζητούσε αιτία να πιαστεί. Και πρώτη αιτία ήρθε το πείσμα.
«Δεν θα υποκύψω», σκεφτόμουνα. «Το δικό μου θα περάσει». Γρήγορα
προστέθηκε το μίσος για τους βασανιστές μου. Ο εξευτελισμός μου μ΄
έκανε να τους βλέπω όλους σαν υπανθρώπους, που δε θα τους έδινα την
ικανοποίηση να δουν την υποταγή μου. Τότε κατάλαβα πως τα δύο αυτά
είναι αιτίες δυνατές, για να γίνει κάποιος ήρωας και μάρτυρας. Αυτά ήταν
τα όριά μου. Αυτά ήταν ό,τι καλύτερο είχα να προσφέρω σαν στήριγμα
στην δοκιμασία μου. Κι όμως, το αίμα μου που έτρεχε ποτάμι, ανάπαυση
δεν εύρισκε.
17